Η συνάντηση του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με την Ιταλίδα πρωθυπουργό Τζόρτζια Μελόνι στη Ρώμη, στο περιορισμοί της τέταρτης διακυβερνητικής συνόδου κορυφής μεταξύ των 2 χωρών, σηματοδοτεί την εδραίωση μιας ολοένα και πιο στενής στρατηγικής σχέσης. Με αιχμή την αμυντική σύμπραξη —και ιδιαίτερα τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drones)— η πρόσβαση αυτή θέτει σε νέα δοκιμασία την ισορροπία δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο, προκαλώντας εύλογες ανησυχίες στην Αθήνα.
Συμμαχία Baykar–Leonardo: Ένωση δυνάμεων με στρατηγικό βάθος
Το πιο ανησυχητικό για την ελληνική πλευρά είναι η εμβάθυνση της αμυντικής σύμπραξης μεταξύ της τουρκικής Baykar - της κατασκευάστριας των περιβόητων drones Bayraktar - και του ιταλικού αμυντικού κολοσσού Leonardo SpA. Οι 2 εταιρείες υπέγραψαν πρόσφατα συμφωνία για την από κοινού ξετύλιγμα προηγμένων μη επανδρωμένων συστημάτων, με στόχο την αξιοποίηση του ευρωπαϊκού αμυντικού προϋπολογισμού ύψους 100 δισ. ευρώ. Παράλληλα, η Baykar προχώρησε το 2023 και στην εξαγορά της ιταλικής Piaggio Aerospace, ενισχύοντας περαιτέρω τη θέση της στην τσαρσί UAVs.
Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά ο CEO της Leonardo, Ρομπέρτο Τσινγκολάνι:
«Με την Baykar δημιουργούμε έναν νέο παίκτη αναφοράς στις μη επανδρωμένες τεχνολογίες, οι οποίες θα διαδραματίσουν ολοένα και πιο καθοριστικό ρόλο στην άμυνα του μέλλοντος».
Για την Ελλάδα, η ανάπτυξη αυτή συνιστά διπλή απειλή: Αφενός ενισχύεται σημαντικά η τουρκική αμυντική βιομηχανία με τεχνογνωσία και χρηματοδότηση εντός της ΕΕ, και αφετέρου η Ρώμη —με την οποία η Αθήνα διατηρεί ως πρότινος στενές αμυντικές και ενεργειακές σχέσεις— εμφανίζεται να ευθυγραμμίζεται πιο στενά με την Άγκυρα.
Πολυεπίπεδη συνεργασία: Από drones ως Μεσόγειο
Η συμφωνία Baykar–Leonardo εντάσσεται σε ένα ευρύτερο φάσμα συνεργασίας που επεκτείνεται από την αμυντική τεχνολογία ως την ενεργειακή συνδεσιμότητα. Η Μελόνι ανακοίνωσε πλάνο κατασκευής ψηφιακού δικτύου 4.000 χιλιομέτρων που θα συνδέει την Ευρώπη με τη Μέση Ανατολή και την Ασία, μέσω της Μεσογείου.
Την ίδια στιγμή, οι 2 ηγέτες δεσμεύθηκαν για περαιτέρω εμβάθυνση της συνεργασίας στον τομέα της ενέργειας, με έμφαση στον αγωγό ΤΑΡ αλλά και στο υδρογόνο και τις ΑΠΕ.
Ο Ερντογάν εμφανίστηκε ιδιαίτερα φιλόδοξος, προτείνοντας η Τουρκία να αποτελέσει πύλη προς την Ασία, τη Μέση Ανατολή και την Αφρική για τις ιταλικές επιχειρήσεις, ενώ η Ιταλία να αποτελέσει για την Άγκυρα διαμετακομιστικό κόμβο προς την Ευρώπη.
«Είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε σε ενεργειακά έργα που θα ωφελήσουν τόσο τις χώρες μας όσο και την περιοχή στην κοινή μας γεωγραφία, τη Μεσόγειο», δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος
Πρόσθεσε πως: «Πιστεύω ότι η Ιταλία, η οποία γνωρίζει καλύτερα τη ευεργεσία της χώρας μας στη σταθερότητα και την ασφάλεια της Ευρώπης και της Μεσογείου και έχει υποστηρίξει τη διαδικασία ένταξής μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση από την αρχή, θα συνεχίσει αυτή την προσέγγιση».
Στο επίκεντρο της τουρκικής ρητορικής βρίσκεται η κοινή γεωστρατηγική πανομοιότητα των 2 χωρών ως παράκτιων δυνάμεων της Μεσογείου, με κοινές επιδιώξεις στη Λιβύη, τη Βόρεια Αφρική και την ενεργειακή ασφάλεια.
Οικονομική διείσδυση: 1.600 ιταλικές εταιρείες στην Τουρκία
Η Τουρκία έχει καταστεί εξαιρετικά ελκυστικός επενδυτικός αποστολή για την Ιταλία. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, περισσότερες από 1.600 ιταλικές εταιρείες δραστηριοποιούνται στην Τουρκία, με συνολικές επενδύσεις που αγγίζουν τα 5 δισεκατομμύρια δολάρια. Από την αυτοκινητοβιομηχανία (Fiat) ως την κόπιασμα (Eni) και τα τρόφιμα (Barilla), ο ιταλικός επιχειρηματικός πλανήτης δείχνει αυξανόμενο ενδιαφέρον για τη διείσδυση στην τουρκική αγορά, ενώ ταυτόχρονα Τούρκοι επενδυτές ενισχύουν τη δική τους παρουσία στην Ιταλία - ειδικά στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας και της αεροδιαστημικής.
Η Τζόρτζια Μελόνι, λίγο μετά το πέρας της συνάντησής της με τον Πρόεδρο της Τουρκίας, ανακοίνωσε πως το εμπορικό ισοζύγιο ανάμεσα σε Τουρκία και Ιταλία το οποίο το 2024 ήταν λίγο μεγαλύτερο από τα 30 δισεκατομμύρια θα ξεπεράσει μέσα στο 2025 τα 40 δισεκατομμύρια δολάρια. Σήμερα στην Τουρκία δραστηριοποιούνται με άμεσες επενδύσεις περισσότερες 500 επιχειρήσεις, ενώ η Ιταλίδα Πρωθυπουργός προανήγγειλε επιπλέον μεγαλύτερες επενδύσεις σε Τουρκικά εδάφη.
Ερωτηματικά και επαγρύπνηση από την Αθήνα
Η νέα στρατηγική σχέση Ιταλίας–Τουρκίας συνιστά ένα μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό τοπίο για τη Μεσόγειο και θέτει την Ελλάδα μπροστά σοβαρών διπλωματικών προκλήσεων.
Η τουρκοϊταλική πρόσβαση εγείρει εύλογα ερωτήματα για την βάδιση των ελληνοϊταλικών σχέσεων, ειδικά μετά την μεταγωγή του Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας–Ιταλίας στις αρχές του 2024. Η σκέψη της Hellenic Train, που πέρασε το 2017 στα χέρια της ιταλικής Ferrovie dello Stato και εξακολουθεί να τελεί υπό δημόσια κριτική μετά την τραγωδία στα Τέμπη, αποτελεί σημείο έντασης μεταξύ Αθήνας και Ρώμης.
Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η εντεινόμενη τουρκική παρουσία στη Λιβύη —με ιταλική ανοχή—, τη στιγμή που η Ελλάδα παραμένει εκτός τουρκολιβυκών γεωστρατηγικών σχεδιασμών. Οι δηλώσεις του Ερντογάν μπροστά της Μελόνι, για «στρατηγικές ενεργειακές συνεργασίες» στην κοινή γεωγραφία της Μεσογείου αφήνουν σαφή υπονοούμενα για παράκαμψη της ελληνικής συμμετοχής στα μεγάλα περιφερειακά πρότζεκτ.
Ειδικά η σύμπραξη Baykar–Leonardo για drones και μη επανδρωμένα αεροσκάφη θα μπορούσε να δημιουργήσει νέα δεδομένα στο αμυντικό ισοζύγιο στην περιοχή, ενισχύοντας τις τουρκικές δυνατότητες τόσο στον εναέριο χώρο όσο και στις εξαγωγές στρατιωτικής τεχνολογίας. Η Αθήνα καλείται να επαναξιολογήσει τις στρατηγικές της συμμαχίες και να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο της σε ένα νέο πολυπολικό περιβάλλον, όπου η Τουρκία επιχειρεί να εμφανιστεί ως ο κατεξοχήν μεσογειακός κόμβος — με την υποστήριξη, πλέον, της Ρώμης.