Αντίστοιχα από την πλευρά του και ο Μιχάλης Πετράκης, περιβαλλοντολόγος και πρώην διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, τόνισε ότι περιμένουμε σαν «πρόβατα επί σφαγή» πότε θα συμβεί το επόμενο ακραίο επεισόδιο.
Η κλιματική κρίση έχει κάνει τους καύσωνες πιο συχνούς και πιο βίαιους. Οι πολύ υψηλές θερμοκρασίες που κάποτε ήταν σπάνιες εμφανίζονται όλο και συχνότερα και ακραίοι καύσωνες που κάποτε φάνταζαν απίθανοι, τώρα γίνονται πραγματικότητα.
Σημειώνεται άλλωστε, ότι πριν από λίγες εβδομάδες, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Μετεωρολογίας (WMO), προειδοποίησε ότι ο πλανήτης θα πρέπει να προσαρμοστεί στη νέα πραγματικότητα των καυσώνων, την εξηκοντάλεπτο που η Ευρώπη βιώνει ακραία θερμά φαινόμενα.
«Ήμουν από τους πρώτους, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, όταν μετά τον ακραίο καύσωνα του 1987 που έπληξε την Ελλάδα, όπου είχαμε 2.000 θύματα από θερμοπληξία, προειδοποίησα για μια έναρξη καυσώνων που θα έρχονται όλο και πιο συχνά στις δεκαετίες που ακολουθούν», αναφέρει ο Χρήστος Ζερεφός.
«Η κλιματική κρίση βαδίζει ωσπεράν ανεξέλεγκτα»
«Ο 1ος σημαντικός καύσωνας που έπληξε την Ευρώπη ήταν τον Αύγουστο του 2003. Έχουμε σειρά καυσώνων με κορύφωση τα τελευταία 5 χρόνια, οι οποίοι πράγματι μας δείχνουν ότι η κλιματική κρίση βαδίζει ωσπεράν ανεξέλεγκτα, και η επιδείνωση οφείλεται στη μη γρήγορη συμμόρφωση με τις προτάσεις και αποφάσεις στη Διάσκεψη των Παρισίων πριν από 10 κατά πρόσβαση χρόνια, και κυρίως στη ανάμνηση της θάλασσας η οποία δυστυχώς στην περίπτωση της Μεσογείου έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενη εκτίμηση», προσθέτει ο ακαδημαϊκός.
Επιπλέον, τονίζει πως η Μεσόγειος είναι πλέον μια θερμή θάλασσα, και ειδικά τον Ιούλιο και τον Αύγουστο είναι πάνω από 2-3 βαθμούς πιο θερμή στην επιφάνεια από ότι ήταν τα προηγούμενα 100 χρόνια. «Συνεπώς, έτσι ενισχύονται και η επίταση και η διάρκεια των καυσώνων αλλά και τυχόν μετεωρολογικές ακραίες συνθήκες, όπως για την Ελλάδα ο Ιανός και ο Ντάνιελ», σημειώνει ο κ. Ζερεφός.
«Οι καύσωνες θα συνεχιστούν ως το 2050 εάν δεν πάρουμε μέτρα»
Την ίδια ώρα, ο κ. Ζερεφός τονίζει πως «για τα επόμενα χρόνια, όλες οι επιστημονικές ενδείξεις μας λένε ότι ως το 2050 - βέβαια, εξαρτάται και από το αν θα πάρουμε μέτρα ή όχι και τι μέτρα θα πάρουμε - οπότε ας πούμε ως το 2030, οι καταστάσεις που ζήσαμε τα προηγούμενα 5 χρόνια, συμπεριλαμβανομένου και του φετινού, θα συνεχιστούν με την ίδια επίταση και διάρκεια».
Μάλιστα, σημειώνει ότι δεν είναι σαφές εάν μέσα στα επόμενα 5 χρόνια θα υπάρξουν ξανά τόσο μεγάλες πυρκαγιές όπως εκείνες που έπληξαν το Λος Άντζελες ή εάν θα υπάρξουν πυρκαγιές για παράδειγμα στη Σιβηρία ή και στην Αυστραλία.
Το μόνο βέβαιο, κατά τον κ. Ζερεφό είναι πως «η αποσταθεροποίηση του κλίματος είναι πράγματι αξιοθαύμαστη».
Το εθνικό πλάνο δράσης
Παράλληλα, όπως τονίζει ο κ. Ζερεφός, σε σύμπραξη της Ακαδημίας Αθηνών με το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας έχει αναπτυχθεί μια βάση δεδομένων και επιστημονικών εργαλείων για τον σχεδιασμό των πολιτικών πρόληψης και προσαρμογής, σε σχέση με καύσωνες, λειψυδρία, πλημμύρες αλλά και τις άλλες επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
«Όπως έχουμε αναφέρει και σε εισηγήσεις μας στην Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά και στο υπουργείο Περιβάλλοντος με το οποίο έχουμε μια στενή σύμπραξη για αυτά τα θέματα, όπως επίσης είμαστε σε στενή σύμπραξη και με την περιφέρεια Αττικής και με την περιφέρεια Πελοποννήσου, έχουμε πει ότι όλες αυτές οι έρευνες δείχνουν ότι αυτό που μπορούμε πράγματι να κάνουμε και έχει και σημαντικό οικονομικό όφελος είναι να προσαρμοστούμε», σημειώνει χαρακτηριστικά.
Μάλιστα, ο κ. Ζερεφός τονίζει τα εξής: «πρέπει να παίρνουμε μέτρα, εφόσον η πολιτεία μάς ειδοποιεί για τον επερχόμενο καιρό με κάποια ακρίβεια, αν και δυστυχώς η ακρίβεια δεν είναι ακόμα ικανοποιητική όταν πρόκειται για ακραία φαινόμενα, κάτι που φυσικά προσπαθούμε να βελτιώσουμε στην κοινή μας απόπειρα πανελλαδικά με το υπουργείο Περιβάλλοντος».
«Στη μεγάλη διάβασμα που δημοσιεύσαμε το 2011, η οποία αναπροσαρμόζεται φέτος και οδεύει προς ολοκλήρωση, αναφέραμε ότι το αξία της κλιματικής κρίσης μπορεί να μειωθεί κατά πρόσβαση στο μισό. Για παράδειγμα, ο Ντάνιελ μας κόστισε 3 δισ. Αν ήμασταν όμως προσαρμοσμένοι σωστά, το αξία θα ήταν 1,5 δισ., μια τεράστια εμφανώς διαφορά», τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Ζερεφός.
Tο πρόγραμμα «Life Adapt»
Επιπλέον, πέρα από τη ανέλιξη της πρόγνωσης, την προσαρμογή, τα μέτρα προφύλαξης για ευάλωτες ομάδες, την παύση των εργασιών της μεσημεριανές ώρες για όσους εργάζονται στην ύπαιθρο, αλλά και την εφαρμογή της τηλεργασίας, ο κ. Ζερεφός αναφέρει το πρόγραμμα «Life Adapt». Ουσιαστικά πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο έργο για την προσαρμογή στην κλιματική μεταποίηση στην Ελλάδα, με την ονομασία LIFE-IP AdaptInGR, το οποίο στοχεύει στην εφαρμογή της Εθνικής Στρατηγικής και των Περιφερειακών Σχεδίων για την Προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή.
«Το πρόγραμμα έχει δημιουργηθεί σε σύμπραξη με το υπουργείο. Πρόκειται για πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, στο οποίο συμμετέχουν και πολλές περιφέρειες και δήμοι, από όλη τη χώρα, και το οποίο τελειώνει σε 2 χρόνια μεν, αλλά τα μαθήματα που έχουμε πάρει είναι πολλά και σημαντικά», τονίζει.
Οι χρήσιμες εφαμοργές στα κινητά: Heat Alert και EXTREMA Global
Σημειώνεται ότι οι πολίτες μπορούν να ενημερώνονται ανάλογα με τα δεδομένα επικινδυνότητας, όθεν να προφυλάσσονται αποτελεσματικά από τους καύσωνες, μέσω ειδικής εφαρμογής που είναι σε λειτουργία τα τελευταία χρόνια.
Πρόκειται για το Heat Alert που λειτουργεί μέσω μηνυμάτων και προειδοποιεί τους κατοίκους Αθηναίων για τις μέρες του καύσωνα και τα βήματα που πρέπει να ακολουθήσουν προκειμένου να προστατευτούν από αυτόν.
Επιπλέον, υπάρχουν διάφορες customized εφαρμογές για το κινητό, όθεν να μπορεί κανείς σύμφωνα με το ιατρικό του προφίλ να ξέρει τι πρέπει να προσέξει σε περίπτωση καύσωνα αλλά και σε διάφορα ακραία φαινόμενα, τονίζει ο κ. Ζερεφός.
Επίσης, υπάρχει μια εφαρμογή στα «έξυπνα» κινητά, η «EXTREMA Global», την οποία μπορεί να κατεβάσει ο κάθε πολίτης. Πρόκειται για μια εφαρμογή που δίνει προσωποποιημένο ρίσκο σε αληθινό χρόνο εκεί που βρισκόμαστε μέσα στην πόλη και προτείνει πιο είναι το κοντινότερο σημείο για να δροσιστούμε ή την πιο δροσερή διαδρομή για να πάμε από το σημείο Α στο σημείο Β.
Τέλος, ο κ. Ζεφερός σημειώνει ότι ο αριθμός «112» απεδείχθη «σωτήριος» και πως πέραν της προσαρμογής, θα πρέπει να υπάρχει μεστός ενημέρωση τόσο των πολιτών αλλά δράσεις γνώσης και παιδείας για την ενημέρωση των μαθητών στα σχολεία.
«Η κοινωνία θα πρέπει να μάθει να ζει σε ένα πιο άγριο περιβάλλον, το οποίο δεν έχουμε συνηθίσει. Το βλέπαμε σε έργα, αλλά δεν πιστεύαμε ότι θα γίνει στη γειτονιά μας», καταλήγει.
«Η αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συμφωνία για το Κλίμα ήταν η χειρότερη κίνηση»
Από την πλευρά του, ο περιβαλλοντολόγος Μιχάλης Πετράκης, αναφέρει πως «η χειρότερη κίνηση που θα μπορούσε να γίνει στον αιώνα μας ήταν η αποχώρηση των ΗΠΑ από το Κλίμα. Το κενό που θα δημιουργηθεί θα είναι δύσκολο να το καλύψουν άλλες δυνάμεις. Τότε, ενδεχομένως θα πρέπει να δώσουμε προσοχή και να κοιτάξουμε το θέμα της περιοδικότητας των καυσώνων. Δυστυχώς δεν έχουμε τη δυνατότητα για πρόγνωση, απλούστατα περιμένουμε σαν ''πρόβατα επί σφαγή'' πότε θα συμβεί το επόμενο επεισόδιο».
Τα προγνωστικά μοντέλα βασίζονται σε δεδομένα και τα δεδομένα μερικές φορές εξαπατούν, προσθέτει. «Στη συγκεκριμένη περίπτωση μας εξαπατούν χοντρά, κατά την περίοδο της τελευταίας νίκης Τραμπ, διότι ένα μεγάλο μέρος των μοντέλων βασίζεται πάνω στις εμπορικές διακινήσεις μεταξύ των λαών, τα οποία αλλάζουν από μήνα σε μήνα».
Υπενθυμίζεται ότι στα τέλη Ιανουαρίου, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ με εκτελεστικό διάταγμα έδωσε το «πράσινο φως» να αποχωρήσουν ξανά οι ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα του 2015 — απομονώνοντας αμέσως τη χώρα από την παγκόσμια απόπειρα για την αποτροπή της καταστροφικής υπερθέρμανσης του πλανήτη. Αυτή τη φορά, η απόρριψη της παγκόσμιας κλιματικής προσπάθειας από τον Τραμπ θα μπορούσε να έχει εξαιρετικά σοβαρές επιπτώσεις.
Η κύρωση του Τραμπ αυξάνει μεταξύ άλλων τις πιθανότητες ότι, χωρίς την ηγεσία των ΗΠΑ, ο πλανήτης θα μείνει επιπλέον πιο πίσω στον στόχο της Συμφωνίας του Παρισιού να περιορίσει την υπερθέρμανση της Γης στους 1,5°C. Οι ΗΠΑ είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή εκπομπών άνθρακα μετά την Κίνα.