Όπως αναφέρει αναλυτικά το θύμα της απαγωγής, αυτή δεν ήταν η πρώτη κίνηση που συναντούσε τους θύτες. Λίγο καιρό πριν ένας από τους κατηγορούμενους τον είχε πλησιάσει ξανά ασκώντας βία σε βάρος του. Τότε το θύμα κατάφερε να ξεφύγει.
Λίγες ημέρες αργότερα ο κατηγορούμενος με τους συνεργούς του, στις 6 Μαΐου, έστησαν ενέδρα σε συνεργείο που είχε μεταβεί το θύμα στον Υμηττό.
«Εμφανίστηκαν ξαφνικά από την οδό Αδριανουπόλεως, ο Π.Α., ο Π.Κ., ο Γ.Μ. και ο Π.Α. ήρθε στο μέρος μου, με έπιασε δυνατά και μου ζήτησε να μπω εντός του συνεργείου. (…) Μόλις μπήκα μέσα στο συνεργείο ξεκίνησε να με χτυπάει ο Π.Α με γροθιές. Εγώ κατάφερα και απομακρύνθηκα ανεβαίνοντας στα εσωτερικά σκαλιά του καταστήματος. Ο Π.Α. μου φώναζε να κατέβω κάτω ειδάλλως θα με μαχαίρωνε και φοβούμενος ότι θα το κάνει κατέβηκα. Μόλις κατέβηκα, με χτύπησε με την μύτη ενός κατσαβιδιού στο δεξί μου πόδι και με έσυραν έξω από το συνεργείο, ως το αυτοκίνητό τους, που ήταν σταθμευμένο στη ευεργεσία των οδών Αδριανουπόλεως και Χρυσοστόμου Σμύρνης» αναφέρει στην κατάθεσή του.
«Τζακποτ, τώρα θα πληρώσεις»
«Στην συνέχεια, με τοποθέτησαν με την βία στα πίσω καθίσματα, και συγκριμένα πίσω από την θέση του οδηγού και μαζί μου κάθισε ο Π.Α., ενώ ο Π.Κ. κάθισε στη θέση του συνοδηγού και ο Γ.Μ. στη θέση του οδηγού. Μόλις επιβιβάστηκαν όλοι στο όχημα, μου είπαν «Τζακποτ, τώρα θα πληρώσεις» και ο Π.Α. μου είπε ακριβώς «έχεις πρόστιμο 20 5 χιλιάρικα από εμένα, 10 του Π.Κ. και του Γ.Μ., δεκαπέντε χιλιάρικα σε έμενα και ένα XR» συμπληρώνει.
«Κατόπιν, ο Π.Α. μου αφαίρεσε το τσαντάκι ώμου που φορούσα και μου είπε ότι θα πηγαίναμε επί τόπου στο σπίτι μου στη Σαρωνίδα, καθώς ήταν σίγουρος ότι είχα πενήντα χιλιάδες ευρώ εκεί. (…) Στη συνέχεια, κινηθήκαμε προς το σπίτι μου, όπου κατά την διάρκεια της διαδρομής, ο Π.Α. συνέχιζε να με χτυπάει με τα χέρια και το κατσαβίδι και εγώ επέμενα να του λέω ότι δεν έχω χρήματα στο σπίτι. Ο Π.Α. μου έλεγε ότι δεν θα με αφήσει να φύγω αν δεν βρω τα χρήματα και εγώ του υποσχέθηκα ότι θα τα βρω. Κάποια στιγμή, ο Π.Α. πραγματοποίησε βίντεο κλήση με τον Σ.Ε., ο οποίος είναι τράπερ-τραγουδιστής και του ζήτησε να πάρει το πιστόλι και να έρθει στη Σαρωνίδα.
«Ξεκίνησε να με χτυπάει με το κατσαβίδι στο σώμα»
«Μετά από λίγη εξηκοντάλεπτο (…) ο Π.Α. έβγαλε τα κλειδιά του σπιτιού μου από το τσαντάκι μου και μου είπε μαζί με τον Γ.Μ., ότι θα μπουν στο σπίτι μου αν δεν βρω τα λεφτά. Εγώ τους είπα και πάλι ότι δεν έχω χρήματα στο σπίτι μου αλλά θα τα βρω και τους ζήτησα να μην μπλέξουν την οικογένειά μου. Τότε φύγαμε από το σημείο και σταματήσαμε μπροστά από το περίπτερο που βρίσκεται επί της συμβολής των οδών Λ. Σαρωνίδας και Λ. Αθηνών Σουνίων, όπου μας συνάντησε ο Σ.Ε, ο οποίος επέβαινε σε μοτοσικλέτα».
Περιγράφοντας τη βία που συνέχιζε να υφίσταται από τους δράστες, το θύμα αναφέρει: «Μόλις σταματήσαμε, ο Π.Α. ξεκίνησε να με χτυπάει και πάλι με το κατσαβίδι στο σώμα και ο Γ.Μ. με χτυπούσε με γροθιές στο πρόσωπο και στο σώμα, απαιτώντας να βρω χρήματα. Ταυτόχρονα, ο Γ.Μ. μου έδωσε το κινητό μου τηλέφωνο και μου ζήτησε να καλέσω τους γνωστούς μου εκείνη την στιγμή, όθεν να συγκεντρώσω τα χρήματα.
Εγώ κάλεσα τον φίλο μου Μ., (…)του εξήγησα την κατάσταση, ενώ συνέχιζαν να με χτυπούν. Ο Μ. μου είπε ότι δεν μπορούσε να βρει τα χρήματα που ζητούσαν, όμως θα προσπαθούσε να συγκεντρώσει όσα περισσότερα χρήματα μπορούσε και κλείσαμε το τηλέφωνο».
«Εδώ παίζεται η ελευθερία μας»
Οι δράστες στη συνέχεια είχαν διαπληκτισμό για βίντεο του ξυλοδαρμού του θύματος.
«Άκουσα τον Π.Α. να διαπληκτίζεται με τον Π.Κ. καθώς ο 2ος είχε τραβήξει με βίντεο στο κινητό του, μέρος του ξυλοδαρμού και το είχε στείλει στη σύντροφό του. Ο Π.Α. του ζητούσε επίμονα να το διαγράψει λέγοντάς του «εδώ παίζεται η ελευθερία μας». Όταν ο Π.Κ του απάντησε ότι το είχε διαγράψει, ο Σ.Ε. δεν τον πίστευε και ζήτησε από τον Π.Α. να ελέγξει το κινητό του και αφού βεβαιώθηκαν ότι είχε διαγραφεί τελείωσε το σκηνικό».
«Με σημάδεψε λέγοντάς μου ότι θα με σκοτώσει αν δεν βρω τα υπόλοιπα χρήματα»
Μόλις, μάθανε ότι μπορώ να τους δώσω 10 5 χιλιάδες ευρώ, ο Π.Κ. και ο Γ.Μ. έλεγαν επίμονα ότι θέλουν τις 10 χιλιάδες ευρώ και όταν τους απάντησα ότι δεν μπορώ να συγκεντρώσω άλλα, ο Σ.Ε. έβγαλε από το τσαντάκι ώμου του και παρέδωσε στον Π.Α. ένα πιστόλι μάρκας GLOCK, μοντέλου 17. Μόλις το παρέλαβε ο Π.Α., το όπλισε και με σημάδεψε λέγοντάς μου ότι θα με σκοτώσει αν δεν βρω τα υπόλοιπα χρήματα, ενώ ο Γ.Μ. τον προέτρεπε να με πυροβολήσει.
(…) Ο Π.Α. πήρε το μπουζόκλειδο και ξεκίνησε να με χτυπάει σε όλο μου το σώμα, ενώ ο Γ.Μ. με γρονθοκοπούσε. (…) Ο Π.Α. είπε στους υπόλοιπους να ξεκινήσουμε όθεν να πάμε να παραλάβουμε τις δεκαπέντε χιλιάδες ευρώ που είχαν συγκεντρωθεί ως στιγμής.
Πώς κατάφερε να ξεφύγει
Στη συνέχεια, το θύμα περιγράφει το «παράθυρο ευκαιρίας» που βρήκε για να διαφύγει, ενώ οι απαγωγείς του είχαν κολλήσει στην κίνηση επί της λεωφόρου Ποσειδώνος στη διαδρομή για να παραλάβουν τα χρήματα που είχαν συγκεντρωθεί.
«Ο Π.Μ. προσπάθησε να ανοίξει την πόρτα μου, εγώ την έσπρωξα με δύναμη και έφυγα τρέχοντας παίρνοντας μαζί μου το τσαντάκι μου με όλα τα προσωπικά μου αντικείμενα και μπήκα σε κατάστημα (τηλεπικοινωνιών. Εκείνοι δεν με ακολούθησαν, ανέπτυξαν τάχος και έφυγαν με το αυτοκίνητο, ενώ εγώ κάλεσα αμέσως τον Κ. και τον ενημέρωσα ότι κατάφερα να ξεφύγω και να επικοινωνήσει με τον Μ. όθεν να μην τους δώσει τα χρήματα (…) κανονίσαμε όθεν να συναντηθούμε έξω από το Αστυνομικό Τμήμα Γλυφάδας».
Οι απαγωγείς του επέστρεψαν. «Την υπόλοιπη ημέρα στις 06/05/2025 που κατάφερα να ξεφύγω δεν με ενόχλησε κανένας, όμως την 23:00 εξηκοντάλεπτο της 07/05/2025 ο Π.Μ. με κάλεσε μέσω της διαδικτυακής εφαρμογής «Signal» και με ρωτούσε ειρωνικά «τι γίνεται τώρα;». Εγώ του το έκλεισα και έκανα φραγή στον αριθμό του, μου έστειλε μήνυμα μέσω της ίδιας εφαρμογής και ο Π.Α. στο όποιο μου έλεγε ακριβώς «Είναι και ένα xr να φέρεις απλά δεν σε πιέζω διατί πέρασες δύσκολα. Περιμένω να το φέρεις μόνος σου μην ενοχλώ. Καληνύχτα».