Το πρώτο που θέλω να επισημάνω για το αυτοβιογραφικό χρονικό του Δημήτρη Μπακόλα με τίτλο «Ακολουθώντας το πεπρωμένο - Οδοιπορικό Ι» (εκδόσεις Επίμετρο 2025), είναι ότι θα μπορούσε να είναι όχι 208 αλλά 508 σελίδες. Με βασικό κορμό τον απλό, λακωνικό λόγο του, ο συγγραφέας θα μπορούσε να μας δώσει ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα, αναπτύσσοντας τις εικόνες του ιστορικού-κοινωνικού περιβάλλοντος μέσα στο οποίο εξελίσσεται το σπάνιο αυτό χρονικό, καθώς και τα «πορτρέτα» των ηρώων του, χαρακτηριστικών εκπροσώπων μιας ταραγμένης εποχής.
Η ιδιαίτερη αξία του βιβλίου έγκειται στο ότι κινείται σε τέσσερις χώρους σε αντίστοιχες χρονικές περιόδους: στην Ελλάδα της Εθνικής Αντίστασης, του Εμφυλίου και των μετεμφυλιακών «πέτρινων χρόνων, στην Τασκένδη των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων τη 10ετία του 1960, στην Ουκρανία της 10ετίας του 1970 και, τέλος, πάλι στην Ελλάδα της 10ετίας του 1980.
Ο Δημήτρης Μπακόλας γεννήθηκε το 1945, την ίδια χρονιά που δολοφονήθηκε από παραστρατιωτική συμμορία ο πατέρας του, στέλεχος του ΕΑΜ Αιτωλοακαρνανίας. Ηταν αυτός που στις 29 Οκτωβρίου του 1944 ο φωτογραφικός φακός τον απαθανατίζει δίπλα στον Αρη Βελουχιώτη, στο μπαλκόνι της Λαμίας, από το οποίο ο αρχικαπετάνιος του ΕΛΑΣ εκφώνησε την ιστορική ομιλία του για την απελευθέρωση.
Μετά τη δολοφονία του συζύγου της –με τον οποίο είχε ζήσει μόλις δέκα μήνες– και τη γέννηση του γιου τους, η μητέρα ανέβηκε στο βουνό και μετά την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού ακολούθησε τα υπολείμματά του στις σοσιαλιστικές χώρες, για να βρεθεί τελικά πολιτική πρόσφυγας στην Τασκένδη του Ουζμπεκιστάν.
Τον ορφανό από πατέρα Δημήτρη, αλλά και με τη μάνα του κυνηγημένη από τη νηπιακή ακόμα ηλικία, τον μεγάλωσε, μέσα σε αφάνταστα δύσκολες συνθήκες, η γιαγιά του από τη μεριά της μητέρας του.
Η περιπέτειά του ξεκινάει από ένα ορεινό χωριό των Αγράφων με το όνομα Μπελοκομήτης. Το 1947, μετά τη διαταγή εκκένωσης των ορεινών χωριών, για να μην έχουν υποστήριξη οι αντάρτες, βρίσκονται στον καταυλισμό των προσφύγων στην περιοχή που αργότερα κατακλύστηκε από τα νερά της Λίμνης Πλαστήρα και μετά στην Καρδίτσα, όπου ο μικρός Δημήτρης τέλειωσε το Δημοτικό. Κι από κει στην Αθήνα, στην Καισαριανή και στον Βύρωνα, όπου ξεκίνησε το Γυμνάσιο.
Αυτά μέχρι το 1959, μέχρι τα 14 του χρόνια, όταν η γιαγιά του αποφασίζει να πάει και να τον παραδώσει στη μάνα του. Και ξεκινούν το μεγάλο ταξίδι, μέσω Πολωνίας, με μία στάση στη Βαρσοβία.
Με την άφιξή τους στην Τασκένδη, όπου συναντάει τη μητέρα του παντρεμένη και με δύο παιδιά, ξεκινάει η νέα περίοδος της ζωής του.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι μέχρι εδώ στις περιπέτειές του ταιριάζει ο τίτλος του βιβλίου του, καθώς η πορεία της ζωής του καθοριζόταν από αποφάσεις άλλων. Εδώ, όμως, γίνεται η πρώτη ανατροπή. Από δω και πέρα ο ίδιος καθορίζει τη μοίρα του. Μα ποιόν τρόπο;
Αν και φτάνει στην Τασκένδη σε ηλικία 14 χρόνων, σε μικρό χρονικό διάστημα είναι αρχηγός της Κομσομόλ, της οργάνωσης Νεολαίας του Κ.Κ. της ΕΣΣΔ στην Τασκένδη.
Και τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν τελειώνει με άριστα τη Μέση Εκπαίδευση, βρίσκεται, μόνος του πλέον, με δική του επιλογή, μακριά από τη μητέρα του, στο Πανεπιστήμιο του Κιέβου. Εχει ανοίξει τα φτερά του για νέους ορίζοντες, παίρνοντας για άλλη μια φορά τη μοίρα του στα χέρια του. Δεν ήταν «μοιραίο», αλλά δική του κατάκτηση το ότι αναδείχτηκε πρόεδρος των ελληνικής καταγωγής φοιτητών της Ουκρανίας.
Τα κεφάλαια του βιβλίου που ακολουθούν, τα οποία αναφέρονται στα περίπου 15 χρόνια της ζωής στο Κίεβο, με δύο ενδιάμεσα σύντομα ταξίδια –μαζί με τη μητέρα του– στην Κύπρο και την Ελλάδα, είναι τα πιο συναρπαστικά. Οχι μόνο από την πλευρά των επιτεύξεών του στο επιστημονικό αντικείμενό του στον τομέα που σήμερα ονομάζουμε «Πληροφορική», η οποία τη 10ετία του 1970 έκανε τα πρώτα της βήματα στην ΕΣΣΔ, αλλά και ως δημοσιογράφος και ως συλλέκτης έργων ζωγραφικής. Ταυτόχρονα, όμως, μας δίνει την πιο αυθεντική εικόνα της κατάστασης που επικρατεί τη 10ετία του 1970 στη Σοβιετική Ενωση και ιδιαίτερα στην Ουκρανία και στο Κίεβο.
Ιδιαίτερη εντύπωση προξενούν στον αναγνώστη οι αναφορές του συγγραφέα στις ισχυρές φιλίες από όλες τις περιόδους της ζωής του, που τις διατηρεί ζωντανές χρόνια μετά.
Κρίσιμη και γενναία ήταν η απόφασή του να αρνηθεί την επίμονη πρόταση της Κα Γκε Μπε να γίνει χαφιές της, απόφαση που του στοίχησε ακριβά...
Οι εμπειρίες του και η οξυδέρκειά του τού έδωσαν τη δυνατότητα να προβλέψει έγκαιρα την επερχόμενη (ύστερα από μια 10ετία) κατάρρευση του σαθρού οικοδομήματος του υπαρκτού σοσιαλισμού. Για την απόφασή του να επιστρέψει οριστικά στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 1980, είκοσι χρόνια μετά την αποδημία του, γράφει:
«Δεν έχει νόημα να συνδέσεις την καριέρα σου και τη ζωή σου μ’ ένα καθεστώς σε αδιέξοδο».
Η περιπέτειά του συνεχίζεται τις επόμενες τέσσερις δεκαετίες. Πολύ σύντομα τον συναντάμε επιτυχημένο επιχειρηματία, δημιουργό και επικεφαλής μιας από τις μεγαλύτερες εταιρείες συμβούλων της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με πεδίο δράσης τις πρώην σοσιαλιστικές χώρες, αλλά και όλον τον κόσμο.
Είχα την τύχη να συνεργαστώ μαζί του πριν από 25 χρόνια σε ένα πρόγραμμα που υλοποιούσε η εταιρεία του στην Ουκρανία. Επρεπε όμως να διαβάσω το «Ακολουθώντας το πεπρωμένο» –προϊόν του εγκλεισμού του συγγραφέα λόγω πανδημίας– για να πληροφορηθώ την εκπληκτική διαδρομή και την πολυδιάστατη προσωπικότητά του. Εν κατακλείδι, πρόκειται για ένα λογοτεχνικό χρονικό μοναδικό από πολλές απόψεις.
* Δημοσιογράφος και συγγραφέας
ℹ️ Τη σελίδα αυτήν δεν τη φτιάχνουν επαγγελματίες κριτικοί βιβλίου. Γράφεται από αναγνώστες που απευθύνονται σε αναγνώστες για να τους μιλήσουν για κάποιο βιβλίο που τους συνεπήρε. Αν θέλετε να μοιραστείτε όσα νιώσατε διαβάζοντας ένα βιβλίο, στείλτε το κείμενό σας (το πολύ 700 λέξεις) στο [email protected]