Ο διεθνής χορογράφος Αντώνης Φωνιαδάκης έκανε μια στάση στην Αθήνα για να μας παρουσιάσει ένα δίπτυχο χορογραφιών εμπνευσμένων από τη μουσική του Μορίς Ραβέλ: τη νέα του περισσότερο ενδοσκοπική δημιουργία «Unseen» και το εμβληματικό και πολυταξιδεμένο του «Boléro» των δυναμικών μοτίβων που οι χορευτές αποδίδουν τελετουργικά σαν να χοροπηδούν σε τραμπολίνο. Οι παραστάσεις που ήταν αρχικά προγραμματισμένες για το Ολύμπια Δημοτικό Μουσικό Θέατρο «Μαρία Κάλλας» λόγω τεχνικού ζητήματος φιλοξενήθηκαν τελικά στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση.
Πιστεύω πως το σώμα που πάλλεται, που δονείται, που διαλύεται σε άπειρα κομμάτια χωρίς φόβο -μόνο με την επιθυμία να νιώσει σε απόλυτο βαθμό τι σημαίνει να ζεις και να υπάρχεις- είναι κάτι που με συγκινεί βαθιά
Καταφέραμε να μας ξεναγήσει στις σημαντικές στιγμές του ανάμεσα στις πρόβες για τις δουλειές που έχει στα σκαριά. Που δεν είναι και λίγες: Cincinnati Ballet στις Ηνωμένες Πολιτείες, Zurich Ballet στην Ελβετία, Ballet Maurice Béjart στην Ελβετία επίσης, ομάδα Introdans στην Ολλανδία, καθώς και το Κρατικό Θέατρο του Braunschweig στη Γερμανία.
«Πρόκειται για πολύ διαφορετικούς οργανισμούς, με ξεχωριστές ταυτότητες, και αυτό είναι που με ενθουσιάζει κάθε φορά: το να βρίσκω έναν αυθεντικό τρόπο να συνομιλήσω μαζί τους μέσω της κίνησης».
- Πώς ξεκίνησε η ενασχόλησή σας με τον χορό; Τι σημαίνει για σας;
Απ’ όσο θυμάμαι τον εαυτό μου, πάντα χόρευα. Από παιδί με κάθε ευκαιρία που έβρισκα, ακούγοντας τα αγαπημένα μου τραγούδια στο ραδιόφωνο, στα πανηγύρια της πόλης μου, στις σχολικές γιορτές, στα παιδικά πάρτι. Ο χορός ήταν πάντα ένα ένστικτο, μια ανάγκη έκφρασης.
Στο Γυμνάσιο ξεκίνησα μαθήματα κρητικών παραδοσιακών χορών, ενώ όταν άνοιξε η πρώτη δημοτική σχολή μπαλέτου και σύγχρονου χορού στην πόλη μας παρακολούθησα κάποια σποραδικά μαθήματα. Αυτή ήταν και η πρώτη μου ουσιαστική επαφή με τον έντεχνο χορό. Αργότερα ακολούθησαν οι σπουδές μου στην Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης για δύο χρόνια και στη συνέχεια στη σχολή του Μορίς Μπεζάρ, τη Rudra Bejart Lausanne, στη Λοζάνη.
Ο χορός είναι πλέον η ζωή μου. Αν και πιστεύω πως πάντα ήταν, απλώς σήμερα το βιώνω σε πολύ πιο συνειδητοποιημένο επίπεδο. Μέσα από τον χορό έχω ζήσει μοναδικές εμπειρίες· έχω εκφράσει βαθιά συναισθήματα με το σώμα μου, έχω βρεθεί στις μεγαλύτερες σκηνές του κόσμου και τώρα ως χορογράφος έχω την τιμή να δημιουργώ για ομάδες σε όλο τον κόσμο. Το γεγονός ότι μου δίνεται η ευκαιρία να μοιραστώ την τέχνη μου, να εκφράζομαι με ειλικρίνεια και να μεταφέρω στο κοινό εικόνες, συναισθήματα και σκέψεις -άλλοτε από την προσωπική μου ζωή, άλλοτε από τη συλλογική μας πραγματικότητα- είναι κάτι που με συγκινεί βαθιά και με κρατά ζωντανό μέσα σε αυτήν την τέχνη.
- Είναι σίγουρα αναρίθμητες, αλλά ποιες συνεργασίες σας θεωρείται πιο σημαντικές;
Εχω συνεργαστεί με πολλά θέατρα και ομάδες χορού παγκοσμίως και θεωρώ κάθε μία από αυτές τις συνεργασίες σημαντική για διαφορετικούς και πολύ συγκεκριμένους λόγους. Αν έπρεπε να ξεχωρίσω κάποιες, θα ανέφερα πρώτα την πρώτη μου χορογραφία στην Αμερική –«Horizons» για την ομάδα Cedar Lake Contemporary Dance στη Νέα Υόρκη. Ηταν η πρώτη μου δημιουργία εκεί και έγινε με μια εξαιρετική ομάδα, με χορευτές που με έκαναν για πρώτη φορά να καταλάβω τι σημαίνει να συνδυάζεις δεξιοτεχνία, πάθος και καλλιτεχνική έκφραση στο απόλυτο επίπεδο.
Θα ξεχώριζα επίσης την πρώτη μου συνεργασία με την ομάδα χορού Martha Graham με το έργο «Echo», επίσης στη Νέα Υόρκη. Πρόκειται για έναν ιστορικό φορέα του σύγχρονου χορού και η πρόσκληση να δημιουργήσω για αυτή την ομάδα αποτέλεσε τεράστια τιμή για μένα. Είναι μία από τις ομάδες που καθόρισαν την πορεία του μοντέρνου χορού παγκοσμίως.
Iδιαίτερη θέση στην καρδιά μου έχει και η πρώτη μου επίσημη χορογραφία για τα Μπαλέτα της Οπερας της Λιόν το 2001. Ηταν η ομάδα στην οποία είχα χορέψει ως ερμηνευτής, οπότε η επιστροφή μου ως χορογράφου είχε για μένα έναν διπλό συμβολισμό και μεγάλη συναισθηματική αξία. Εκεί, με έναν τρόπο, «βαφτίστηκα» ως χορογράφος.
Τέλος, δεν μπορώ να μην αναφέρω τη χορογραφία μου «Selon Desir» για τα Μπαλέτα της Γενεύης. Αυτή η δουλειά στάθηκε καθοριστική για την πορεία μου, γιατί μετά από αυτή άρχισαν να με προσκαλούν ολοένα και περισσότερες ομάδες από όλο τον κόσμο για να δημιουργήσω έργα για εκείνες. Της χρωστάω ουσιαστικά την αρχή της διεθνούς καριέρας μου ως χορογράφου και ακόμα και σήμερα ομάδες εντάσσουν τη συγκεκριμένη χορογραφία στο ρεπερτόριό τους.
- Ποια είναι μια ξεχωριστή ανάμνησή σας;
Θυμάμαι σαν να ήταν χθες τη στιγμή που ο Μωρίς Μπεζάρ με κάλεσε στο γραφείο του στη Λοζάνη λίγο μετά από μια σχολική παράσταση. Στο πλαίσιο εκείνης της παράστασης είχα παρουσιάσει μια χορογραφική εργασία ως μέρος του ετήσιου κλεισίματος της χρονιάς. Ημουν τότε μόλις 21 ετών -αρκετά ντροπαλός- και κάθε φορά που έβλεπα τον Μορίς Μπεζάρ ένιωθα τέτοιο σεβασμό που δυσκολευόμουν ακόμα και να τον κοιτάξω στα μάτια.
Αφού με συνεχάρη για τη δουλειά μου, μου είπε ότι του άρεσε πάρα πολύ. Με κοίταξε έντονα και μου είπε: «Αντώνη, θέλω να ξέρεις ότι κάποια στιγμή στη ζωή σου θα γίνεις ένας πολύ σημαντικός χορογράφος. Πιστεύω πολύ στο δημιουργικό σου πνεύμα».
Εκείνη τη στιγμή τα λόγια του μου φάνηκαν σχεδόν αλλόκοτα –δεν μπορούσα να καταλάβω πώς αυτά που έλεγε θα μπορούσαν να έχουν βάση. Ημουν ένα νέο παιδί, άπειρο ακόμα, και μου φαινόταν σχεδόν απίστευτο ότι κάποιος σαν τον Μπεζάρ έβλεπε σε μένα μια τέτοια προοπτική. Τελικά όμως η ζωή είναι γεμάτη ανατροπές. Και κάποιοι άνθρωποι έχουν αυτό το σπάνιο χάρισμα, τη διαύγεια και την εμπειρία να αναγνωρίζουν στα νέα παιδιά τις ποιότητές τους πριν ακόμα οι ίδιοι τις αντιληφθούν. Σήμερα, κοιτάζοντας πίσω, αυτή η στιγμή αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία για μένα. Ηταν μια κομβική στιγμή, μια πρόβλεψη που με συνοδεύει μέχρι σήμερα και που -χωρίς να το ξέρω τότε- έβαλε μέσα μου έναν σπόρο που τελικά άνθισε.
Τι σας παρακινεί στη δουλειά σας;
Στη δουλειά μου πάντα προσπαθώ να συνδεθώ με το υποσυνείδητο. Εκείνο είναι που με προσκαλεί να έρθω σε επαφή με τις εντάσεις μου, τους φόβους μου, τις επιθυμίες και τα όνειρά μου –με στόχο να κινήσω την ψυχή και το σώμα προς κατευθύνσεις που απευθύνονται σε όλους μας. Χωρίς όρια, χωρίς σύνορα, χωρίς φραγμούς. Πιστεύω πως το σώμα που πάλλεται, που δονείται, που διαλύεται σε άπειρα κομμάτια χωρίς φόβο -μόνο με την επιθυμία να νιώσει σε απόλυτο βαθμό τι σημαίνει να ζεις και να υπάρχεις- είναι κάτι που με συγκινεί βαθιά.
- Και τι σας κάνει να επιστρέφετε στη μουσική του Ραβέλ;
Εχοντας ήδη χορογραφήσει το «Μπολερό» του Ραβέλ, μια παρτιτούρα εμβληματική η οποία έχει ερμηνευτεί αμέτρητες φορές, ένιωσα την ανάγκη να στραφώ σε μια άλλη πλευρά του έργου του. Ενα πιο εσωτερικό, πιο νωχελικό και ρομαντικό τοπίο. Αυτή την περίοδο προσωπικά οι πιανιστικές παρτιτούρες του Ραβέλ λειτουργούν για μένα σαν ένα ιδανικό soundtrack. Εκφράζουν απόλυτα τα συναισθήματά μου, τις προσωπικές μου εμπειρίες, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνομαι τον έρωτα, τον χρόνο, τη ζωή, τον θάνατο και την ελπίδα.