Σε μια εποχή όπου η αγιότητα μοιάζει μακρινή και ανέφικτη, η μορφή του Οσίου Ευμενίου Σαριδάκη φέρνει στο φως το πρόσωπο του Χριστού μέσα στην καθημερινότητα.
Με ράσο φθαρμένο, χαμόγελο παιδικό και καρδιά γεμάτη αγάπη, έγινε το καταφύγιο των απόκληρων και των καταρρακωμένων – όχι μόνο από την αρρώστια, αλλά και από την αδιαφορία του κόσμου.
Ο Όσιος Ευμένιος Σαριδάκης γεννιέται το 1931 στο μικρό χωριό Επάνω Ρούστικα του Ρεθύμνου, σε μια εποχή φτώχειας, πολέμων και κοινωνικών τραυμάτων. Από παιδί δείχνει μια εσωτερική γαλήνη που συγκινεί – μιλά λίγο, προσεύχεται πολύ και σιωπά εκεί όπου οι άλλοι φωνάζουν. Η ζωή του αλλάζει δραματικά όταν, σε εφηβική ηλικία, εμφανίζει τα πρώτα σημάδια της λέπρας. Στιγματισμένος, απομακρύνεται από την κοινωνία και οδηγείται στην Σπιναλόγκα, το νησί των καταραμένων.
Η Σπιναλόγκα
Όμως η Σπιναλόγκα, αντί για φυλακή, γίνεται για τον Ευμένιο σχολείο αγιότητας. Εκεί συναντά τον Άγιο Νικηφόρο τον Λεπρό, τον σιωπηλό γίγαντα της υπομονής, και από εκείνον μαθαίνει την ουσία της χριστιανικής αγάπης: την αποδοχή του πόνου χωρίς γογγυσμό, την προσευχή χωρίς ανταπόδοση, την παρουσία χωρίς απαιτήσεις.
Θα μπορούσε, όταν θεραπεύεται από τη λέπρα, να γυρίσει την πλάτη σε όλα και να επιδιώξει μια ήρεμη ζωή. Αντί γι’ αυτό, επιλέγει να μείνει στο πλευρό των ασθενών.
Το έργο του στο Λοιμωδών
Γίνεται μοναχός, χειροτονείται ιερέας και αναλαμβάνει εφημέριος στο Λοιμωδών Νοσοκομείο της Αθήνας, όπου διακονεί επί δεκαετίες. Δεν κάνει διακρίσεις: προσφέρει στοργή στον λεπρό και στον κατάδικο, στον άστεγο και στον φοιτητή, στον πιστό και στον άπιστο. Λειτουργεί καθημερινά, εξομολογεί με υπομονή, θεραπεύει ψυχές με ένα χαμόγελο και μια προσευχή.
Το χάρισμα της διάκρισης και της διόρασης που του δόθηκε από τον Θεό, το κρύβει με παιδική απλότητα. Πολλοί μιλούν για θαύματα, για προφητικά του λόγια, για θεραπείες σωματικές και πνευματικές. Ο ίδιος δεν θέλει να ακούει τίποτα από αυτά. «Εγώ είμαι ο χειρότερος από όλους», λέει. «Ό,τι καλό βλέπετε, είναι του Χριστού. Ό,τι κακό, είναι δικό μου».
Η ταπεινοφροσύνη του δεν είναι προσποιητή, αλλά πηγαία. Ζει φτωχικά, με λιγοστά ρούχα, σε έναν κελί που θυμίζει καλύβα. Αλλά η καρδιά του είναι παλάτι για τους θλιμμένους. Εκεί προστρέχουν άνθρωποι κάθε ηλικίας – φοιτητές, γιατροί, μοναχοί, μητέρες, καρκινοπαθείς – όλοι όσοι δεν αντέχουν πια και χρειάζονται έναν άνθρωπο να τους ακούσει χωρίς να τους κρίνει.
Ο λόγος του είναι απλός αλλά διαπεραστικός. «Να συγχωρείτε. Να αγαπάτε. Να μη φοβάστε, γιατί ο Χριστός είναι ζωντανός». Μιλούσε σαν παιδί, αλλά η σοφία του έλιωνε τις άμυνες ακόμη και των πιο σκεπτικιστών. Είχε την ικανότητα να κάνει και τον πιο σκληρό άνθρωπο να λυγίσει μπροστά στο μεγαλείο της απλότητας.
Άνθρωπος του Θεού
Εκοιμήθη εν ειρήνη το 1999, σε ηλικία 68 ετών, αφήνοντας πίσω του έναν πνευματικό θησαυρό. Δεν άφησε βιβλία ούτε θεωρίες – άφησε την ίδια του τη ζωή ως ζωντανό Ευαγγέλιο. Το 2022 η Ορθόδοξη Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο, επιβεβαιώνοντας αυτό που ο λαός ήδη γνώριζε: πως ο Παπα-Ευμένιος ήταν ένας άνθρωπος του Θεού εν ζωή.
Σήμερα, προστρέχουν στο όνομά του ασθενείς και κατατρεγμένοι, άνθρωποι της διπλανής πόρτας που αναζητούν ελπίδα σε έναν κόσμο αποξένωσης. Για όλους αυτούς, ο Όσιος Ευμένιος είναι κάτι παραπάνω από άγιος – είναι ο μεγάλος αδελφός, ο πνευματικός πατέρας, το ήρεμο χέρι που τους δείχνει τον ουρανό.
Ο άγιος των λεπρών δεν ήρθε να κρίνει τον κόσμο. Ήρθε να τον αγκαλιάσει.