Ας πάμε πίσω στον 19ο αιώνα, όταν το παραγωγικό μοντέλο των κοινωνιών άλλαζε ριζικά, όσο και τις συνθήκες κάτω από τις οποίες εργάζονται και ζουν εκατομμύρια πολίτες στον Δυτικό κόσμο. Μπορεί να έχουμε διανύσει κατά πρόσβαση έναν αιώνα από την Γαλλική Επανάσταση, αλλά στο «τραπέζι» των δικαιωμάτων δύσκολα να βρει κανείς μετέπειτα αυτονόητα: το οκτάωρο, ο πρωταρχικός μισθός, η υγειονομική περίθαλψη των εργαζομένων. Οι εργάτες στα μέσα του 19ου αιώνα εργάζονταν με όρους δουλοπάροικου, όπου οι ώρες και οι συνθήκες εργασίας καθορίζονται αποκλειστικά από την επιχείρηση.
Η βιομηχανική ξεσηκωμός και νέα εργατική τάξη
Η ατμομηχανή της παγκόσμιας οικονομίας, οι ΗΠΑ, είχε βάλει ήδη μπροστά της μηχανές και μαζί και την Βρετανία και τις ανεπτυγμένες χώρες της Δύσης αποτελούσαν τα προπύργια της βιομηχανικής επανάστασης. Χιλιάδες απασχολούμενοι ως πρότινος στην ύπαιθρο συρρέουν στις πόλεις, όπου η προσφορά θέσεων εργασίας είναι άληκτος και μεγάλη. Όλη αυτή η ύλη των ανθρώπων θα συνθέσει ουσιαστικά την εργατική τάξη, που όμως δεν έχει ακόμα τα συνεκτικά χαρακτηριστικά για να εκφραστεί ενιαία.

Εργάστες των σιδηροδρόμων στις ΗΠΑ το 1869
AP photoΣικάγο: Η διαδήλωση, η χειροβομβίδα και η σκευωρία
Η πρώτη Μαΐου του 1886 έμελλε να καταγραφεί ως η σημαντική μέρα για το εργατικό κίνημα. Τα συνδικάτα που έχουν δημιουργηθεί καλούν σε διαδηλώσεις στο Σικάγο και σε άλλες πόλεις του ΗΠΑ. Η κύρωση για τις κινητοποιήσεις έχει ήδη ληφθεί 2 χρόνια νωρίτερα, το 1884, στο συνέδριο της Αμερικανικής Ομοσπονδίας Εργασίας. Είχαν προηγηθεί διεκδικήσεις εργατών στον Καναδά το 1872, που ουσιαστικά ήταν η πρώτη οργανωμένη απαίτηση εργασιακών δικαιωμάτων.
Οι εργάτες εκείνη την εποχή δούλευαν ως και 16 ώρες την ημέρα. Το Σικάγο είναι μια πόλη με καλπάζουσα βιομηχανική ανάπτυξη. Έχει πάνω από 1.200 εργοστάσια με περισσότερους από 350.000 εργαζόμενους, οι περισσότεροι απ’ αυτούς μετανάστες.

Απεργία στις ΗΠΑ το 1929
AP PhotoΤην Πρωτομαγιά γίνεται μεγάλη συγκέντρωση στην οποία συμμετέχουν πάνω 90.000 εργάτες. Το πλάνο των συνδικάτων ήταν να επεκταθεί η διαμαρτυρία χρονικά. Στις 3 Μαΐου η απεργία σε ένα από τα εργοστάσια της πόλης τελειώνει βίαια. Αστυνομία και και μέλη της ασφάλειας του εργοστασίου διαλύουν την συγκέντρωση των απεργών και βάζουν απεργοσπάστες να δουλέψουν στη θέση τους. Ο απολογισμός της καταστολής τραγικός, καθώς τέσσερις εργάτες πέφτουν νεκροί. Την επόμενη ημέρα, 4 Μαΐου, οργανώνεται ειρηνική συγκέντρωση στην πλατεία Χίμαρκετ, που πνίγηκε επίσης στο αίμα. Οι ομιλίες γίνονται κανονικά και πιάνει βροχή. Γύρω στις 10 το βράδυ οι συγκεντρωμένοι έχουν αρχίσει να διαλύονται, αφού η βροχή δυναμώνει. Στο βήμα βρίσκεται ο ακρινός ομιλητής και στην πλατεία παραμένουν μερικές εκατοντάδες. Τότε, μια ομάδα κατά πρόσβαση 200 οπλισμένων αστυνομικών φτάνει στην πλατεία με σκοπό να διαλύσει την εναπομείνασα συγκέντρωση. Ο επικεφαλής καλεί τους συγκεντρωμένους να φύγουν για τα σπίτια τους. Ο ομιλητής από το βήμα λέει ότι η συγκέντρωση είναι ειρηνική. Ξαφνικά ακούγεται μια ισχυρή έκρηξη που προέρχεται από χειροβομβίδα. Θύματα κυρίως αστυνομικοί. Τραυματίζονται 67, και επτά πεθαίνουν στη συνέχεια από τα τραύματα τους. Η αστυνομία ανοίγει πυρ κατά των συγκεντρωμένων σκοτώνοντας τέσσερις ανθρώπους σύμφωνα με την επίσημη καταγραφή και τραυματίζοντας περισσότερους από 200.

Επεισόδια κατά τη διάρκεια διαδήλωσης το 1931
AP photoΓια τη χειροβομβίδα κατηγορήθηκαν χωρίς κανένα στοιχείο οκτώ συνδικαλιστές που ήταν οργανωτές της διαδήλωσης, οι περισσότεροι Γερμανοί μετανάστες. Στη δίκη που ακολουθήσε με συνοπτικές διαδικασίες τέσσερις καταδικάζονται σε θάνατο και ένας σε 15 χρόνια κάθειρξη. Η υπεράσπιση των κατηγορούμενων έκανε έφεση. Ο κυβερνήτης μετέτρεψε σε ισόβια δύο θανατικές ποινές. Ένας αυτοκτόνησε. Οι άλλοι τέσσερις οδηγήθηκαν στην κρεμάλα τραγουδώντας τη «Μασσαλιώτιδα». Η δίκη των οκτώ είναι μια από τις μεγαλύτερες υποθέσεις κακοδικίας στις ΗΠΑ. Το 1893, επτά χρόνια αργότερα, ο κυβερνήτης του Ιλινόις παραδέχτηκε ότι και οι 8 ήταν αθώοι. Μέχρι τώρα παραμένει ανεξακρίβωτο ποιος ήταν ο δράστης που έριξε τη χειροβομβίδα.

Σύνθημα για το 8ωρο στα τέλη του 19ου αιώνα
Η καθιέρωση της 1ης Μαΐου ως ημέρας των εργατών δε σημαίνει βέβαια ότι οι διεκδικδήσεις έγιναν τώρα αμέσως αποδεκτές. Χρειάστηκαν δεκαετίες για να γίνει αποδεκτό και να νομοθετηθεί το 8ωρο.
Το οκτάωρο ως εργατική καθυπόταξη έγινε αποδεκτό το 1919 στα Συνέδρια Ειρήνης που τερμάτισαν τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Την παρακολούθηση της γενίκευσης της οκτάωρης εργασίας στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο ανέλαβε το Διεθνές Γραφείο Εργασίας.
Είχε προηγηθεί ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918), με την κατάρρευση των ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών, η Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία (1917) και οι εξεγέρσεις σε Γερμανία και Ουγγαρία (1919). Η Ελλάδα ήταν από τις πρώτες χώρες που υπέγραψαν τη συμφωνία του 1919, αν και χρειάστηκαν αρκετά χρόνια για να νομοθετηθεί και να έχει γενική εφαρμογή.
Τα εργατικά κινήματα στην Ελλάδα
Τα πρώτα εργατικά κινήματα στον ελλαδικό χώρο δημιουργήθηκαν ταυτόχρονα με την ξετύλιγμα της καπνοκαλλιέργειας τον 19ο αιώνα. Η πρώτη απεργία στον, τότε υπό οθωμανική διοίκηση, ελλαδικό χώρο ξέσπασε την Πρωτομαγιά του 1888 στην πόλη της Δράμας. Οι καπνεργάτες είχαν ως κύριο αίτημα τις 10 ώρες εργασίας, καθώς εκείνη την εποχή οι εργάτες απασχολούνταν ως και δεκατρείς ώρες τη μέρα.
Το 1892 έγινε η πρώτη πρωτομαγιάτικη συγκέντρωση στο νεοελληνικό κράτος, από το Σοσιαλιστικό Σύλλογο του Καλλέργη. Το 1893 2 χιλιάδες εργάτες διαδήλωσαν ζητώντας οκτάωρο, Κυριακή διακοπές και κρατική περίθαλψη στα θύματα εργατικών ατυχημάτων. Το 1894 γίνεται άλλη μια μεγάλη συγκέντρωση, με τα ίδια αιτήματα, που λήγει με 10 συλλήψεις. Τον Αύγουστο ακολουθεί η τσάκωμα του σοσιαλιστή Σταύρου Καλλέργη.
Τα επόμενα χρόνια έχουμε σποραδικά στον ελλαδικό χώρο κινητοποιήσεις με τα ίδια αιτήματα, αλλά πρέπει να φτάσουμε στο 1936 όταν κορυφώθηκαν οι διαδηλώσεις από τους καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης. Τα γεγονότα ξεκίνησαν περίγυρα στον Φεβρουάριο, με άλωση ενός εργοστασίου ύστερα από την απόρριψη των αιτημάτων των εργατών. Αυτή γνώρισε τη συμπαράσταση καπνεργατών από άλλα εργοστάσια. Εναντίον τους χρησιμοποιήθηκε τόσο η αστυνομία όσο και ο στρατός. Δεν υπήρχε κεντρική συγκέντρωση, αλλά μικρές με ομιλητές σε διάφορα μέρη της πόλης.
Οι εργατικές κινητοποιήσεις στην πόλη κορυφώθηκαν τον Μάιο του 1936, με τη μεγάλη απεργία και διαδήλωση των καπνεργατών. Η Αστυνομία προσπάθησε να διαλύσει τη διαδήλωση με τραγικά αποτελέσματα. Υπήρξαν συνολικά 12 νεκροί, ανάμεσα στους οποίους και ο 25χρονος αυτοκινητιστής, Τάσος Τούσης, στη διασταύρωση Εγνατίας και Βενιζέλου. Η φωτογραφία που απαθανάτισε τη μαμά του να τον θρηνεί μόνη στο μέσον του δρόμου δημοσιεύθηκε στον Τύπο και αποτέλεσε την έμπνευση του Γιάννη Ρίτσου για τον «Επιτάφιο» που αργότερα μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη.

Η μαμά του καπνεργάτη, Τάσσου Τούση, θρηνεί τον γιο της που δολοφονήθηκε στις διαδηλώσεις του 1936 στη Θεσσαλονίκη
Τόσο στον ελλαδικό χώρο, όσο και διεθνώς η πίεση από τα εργατικά κινήματα απέδωσε καρπούς. Αργά ή γρήγορα το 8ωρο, η αργίας της Κυριακής και η πενθήμερη εργασία θεσμοθετούνται και αποτελούν νόμους του κράτους.
Η καθυστέρηση στη θεσμοθέτηση του 8ωρου λόγω... προσφύγων
Το 1922-23, λόγω του προσφυγικού, η ελληνική κράτος ζήτησε μεταγωγή της εφαρμογής του οκτάωρου. Ο πρόεδρος των βιομηχάνων Ανδρέας Χατζηκυριάκος υποστήριζε ότι η εφαρμογή του θα έθετε σε κίνδυνο την ελληνική βιομηχανία, θα επιβάρυνε 20% το αξία και θα μείωνε την ανταγωνιστικότητά της. Το 1924-25 εντάθηκαν οι κινητοποιήσεις, μαζί με άλλα αιτήματα, αλλά αποδίδονταν στους ελάχιστους την εποχή εκείνη κομμουνιστές, πράγμα που ανάγκασε τον πρωθυπουργό Αλέξανδρο Παπαναστασίου να δηλώσει ότι «Εάν με την πρόφασιν του κομμουνισμού κτυπήσωμεν ολόκληρον την εργατικήν τάξιν η εξέργερσις θα είναι αναπόφευκτος και μοιραία».
Οι κυβερνήσεις της εποχής προσπαθούσαν να ισορροπήσουν ανάμεσα στην μεταγωγή του οκταώρου, και στην αποφυγή σύγκρουσης με το ΔΓΕ που επόπτευε την εφαρμογή των συμβάσεων. Οταν με υπόμνημα του 1925 η ελληνική κράτος πρότεινε τέσσερα χρόνια αναβολής, το Διεθνές Γραφείο Εργασίας, ήταν καταπέλτης: «Η Ελλάδα έχει υπογράψει. Υπέγραψε πρώτη. Εχει δεσμευθεί απέναντι στα άλλα κράτη. Οι ιδιαίτερες συνθήκες που προβάλλει είναι προφανώς άξιες προσοχής, αλλά κάθε κράτος ιδιαίτερες συνθήκες επικαλείται».
Η αναβλητικότητα της ελληνικής κυβέρνησης είχε όμως και διεθνή ερείσματα. Εως τότε λίγες χώρες είχαν επικυρώσει τη συνθήκη για το οκτάωρο, και υπήρχαν πολλές ανατροπές λόγω της κρίσης. Ακόμη και στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, το οκτάωρο εφαρμόστηκε σε κλάδους που είχαν ισχυρό συνδικαλισμό με μεγάλη διαπραγματευτική δύναμη. Και στην Ελλάδα, επίσης, η εφαρμογή του οκτάωρου κατακερματίστηκε. Ως το 1940 είχαν εκδοθεί 50 νομοθετικά κείμενα για τη συντονισμός των ωρών εργασίας και ο νομικός πολυδαίδαλος εμπόδιζε τον έλεγχο της πραγματικής εφαρμογής, η οποία απείχε πολύ από τις επίσημες διακηρύξεις. Σε πολλούς κλάδους, η μισθαποδοσία με το κομμάτι εξανάγκαζε σε 12 και περισσότερες ώρες εργασίας.
Η μεταπολεμική κοινωνική ειρήνη και τα «πισωγυρίσματα»
Μετά τον πόλεμο σε όλη την Ευρώπη η πολιτικη επιζήτηση όλων ήταν η κοινωνική ειρήνη, που θα βοηθούσε στην ρημαγμένη από τον πόλεμο ήπειρο. Άρχισαν να γίνονται αποδεκτές και να εφαρμόζονται οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας που διασφάλιζαν ελάχιστες αμοιβές, αυξήσεις, άδειες, επιδόματα και χρόνο εργασίας. Ήταν ενδεχομένως η πρώτη κίνηση που το εργατικό δυναμικό έβλεπε ουσιαστική αύξηση των αποδοχών, ενώ παράλληλα έγινε πραγματικότητα η κοινωνική κινητικότητα, που επέτρεψε σε γόνους φτωχώς οικογενειών να κάνουν άλματα και σε οικονομικό και σε κοινωνικό επίπεδο.
Αυτή η κοινωνική ειρήνη δεν σήμαινε ότι έπαψαν να υπάρχουν κινητοποιήσεις και διεκδικήσεις. Ειδικά στις δεκαετίες του '60 και του '70 τα συνδικάτα ισχυροποιήθηκαν, απέκτησαν πολιτική δύναμη και μεγάλη δυναμική στους εργαζομένους. Η μεταπολεμική ευδαιμονία όμως οδήγησε σιγά- σιγά σε μια κατάπτωση που έγινε πιο αισθητή από τα τέλη του 20 αιώνα και μετά. Οι «επαγγελματίες συνδικαλιστές» που πολλές φορές έκαναν προσωπικές πολιτικές καριέρες σε συνδυασμό με μια πιο απολίτικη στάση ζωής, ειδικά των νεοτέρων, οδήγησε σε πολλοίς τον συνδικαλισμό σε απαξίωση.
Μέσα σ' αυτό το κοινωνικό περιορισμοί η οικονομική κρίση που ξέσπασε το 2008 και σάρωσε όλον τον πλανήτη οδήγησε σε θεαματικά πισωγυρίσματα όσον αφορά τα εργασιακά δικαιώματα. Ειδικά στην Ελλάδα, που έφτασε στο χείλος της χρεοκοπίας, πολλά από τα «αυτονόητα» εργασιακά δικαιώματα θυσιάστηκαν στο βωμό των προγραμμάτων, που συνηθίσαμε να τα αποκαλούμε «μνημόνια». Θεαματική μείωση των αποδοχών, επί της ουσίας κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, θεαματικά ποσοστά ανεργίας, πληγές που ακόμα και μετά από 15 χρόνια δεν έχουν επουλωθεί.
Οι νέες εργασιακές σχέσεις και η «απειλή» του AI
Το μεγάλο ερώτημα καθώς φτάνουμε στο μισό της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα είναι αν τα αιτήματα των εργατών του 19ου αιώνα παραμένουν επίκαιρα. Η απάντηση είναι καταφατική, αν λάβουμε υπόψη το ρευστό σκηνικό που έχει διαμορφωθεί για την εργασιακή (αν)ασφάλεια στο βωμό της «ανταγωνιστικότητας» ή της «ανάπτυξης», για την οποία πάντα παραμένει το ερώτημα αν τους περιλαμβάνει όλους. Όσο τα ποσοστά φτώχειας ή η δυνατότητα μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης παραμένουν ζητούμενα, κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι τα αιτήματα για καλύτερες αμοιβές είναι «παρωχημένα».

Οι προκλήσεις της νέας εποχής όμως και η τεχνολογική επανάσταση, που δεν είναι πλέον σενάριο για το μέλλον, αλλά απτή πραγματικότητα, θέτουν ερωτήματα για το περιορισμοί των διεκδικήσεων των εργαζομένων τις επόμενες δεκαετίες.
Αρκεί η απαίτηση του 8ωρου σε μια εποχή που το AI φαίνεται ότι καταργεί με καλπάζοντες ρυθμούς θέσεις εργασίας, οδηγώντας χιλιάδες εργαζομένους στο κενό και τελικά στην ανέχεια; Το σκηνικό μέσα στο οποίο ζει ένας εργαζόμενος του 21ου αιώνα είναι τελείως διαφορετικό απ' αυτό 170 χρόνια πριν. Τα εργοστάσια και οι μηχανές τους δεν βρίσκονται πλέον στις άκρα ή και εντός των πόλεων, η «μηχανή» πλέον μπορεί να είναι άυλη, ένα «σύννεφο» όπως έχει επικρατήσει να συζητιέται στην νέα γλώσσα. Τα εργατικά κινήματα του μέλλοντος θα πρέπει να διεκδικήσουν συμμετοχή στον πλούτο που δημιουργείται από την ξετύλιγμα της τεχνολογίας, να θέσουν αιτήματα που ενδεχομένως φαίνονται σήμερα ουτοπικά, αλλά αυτό δεν αποκλείει το να είναι ο ρεαλισμός του μέλλοντος. Σε κάθε περίπτωση το Σικάγο του 1886 και η Θεσσαλονίκη του 1936 θα παραμείνουν γεγονότα ορόσημα, καθώς «δίδαξαν» στις επόμενες γενιές ότι το ψωμί ποτέ δεν σου χαρίζεται, το έχεις όταν το διεκδικείς.