Πέρα από την καταδίωξη οι καταγγελίες αναφέρονται επίσης σε εκβιασμούς, βρισιές, απειλές και ψηφιακές αντιποιήσεις. ● Οι αστυνομικοί αρχικά της είπαν «δεν θα βγάλεις άκρη», παρά μόνο αν… ο πατέρας της ή κάποιος αδερφός της αναλάβει «να τον κάνει μαύρο στο ξύλο».
Σε διαθεσιμότητα τέθηκε με εντολή υπουργού Εθνικής Άμυνας υψηλόβαθμος αξιωματικός των Ενόπλων Δυνάμεων, ο οποίος φέρεται να διέπραττε stalking εναντίον δύο γυναικών, να τις παρακολουθούσε ενάντια στη θέλησή τους, να τις τρομοκρατούσε με απρόσκλητες επισκέψεις και αδιάκοπα τηλεφωνήματα, να τις εκβίαζε, να τις έβριζε, να τις απειλούσε, καθώς επίσης να τις εξέθετε κοινωνικά, φτιάχνοντας ψεύτικα διαδικτυακά προφίλ στο δικό τους όνομα και χρησιμοποιώντας τα, κατά το δοκούν.
Όπως μετέδωσε ο τηλεοπτικός σταθμός Mega, ο στρατιωτικός θα δικαστεί από το αρμόδιο Στρατοδικείο μετά από δύο αναβολές της συζήτησης, κατά τη χορήγηση των οποίων φέρεται να συμπεριφερόταν στις αντιδίκους του ιδιαίτερα προκλητικά. Μάρτυρες υπεράσπισής του δηλώθηκαν αρκετοί συνάδελφοί του στρατιωτικοί.
Η ιστορία της πρώτης καταγγέλλουσας ξεκίνησε το 2019. Η κοπέλα κατήγγειλε ότι ο κατηγορούμενος την πλησίασε φιλικά και προσέθεσε: «Ξεκίνησε να μου λέει ότι έχει διαλόγους στους οποίους έστελνα εγώ ερωτικά μηνύματα. Εκεί άρχισα να συνειδητοποιώ ότι είχε φτιάξει ψεύτικα προφίλ δικά μου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και σε εφαρμογές ανταλλαγής μηνυμάτων όπως είναι το viber όπου είχε περάσει τα δικά μου στοιχεία και έστελνε από το δικό του προφίλ στα ψεύτικα προφίλ, και μετά απαντούσε στον εαυτό του από τα ψεύτικα προφίλ. Εκεί ξεκίνησε να με απειλεί, να με εκβιάζει, να με εκφοβίζει, να με βρίζει, δεν δίστασε να με παρακολουθεί στο χώρο εργασίας μου και στο σπίτι μου, και γενικά όπου πήγαινα με παρακολουθούσε, είχε γίνει η σκιά μου. Δεν δίστασε ούτε να χτυπήσει το κουδούνι του σπιτιού μου όπου ήμουν μόνη μου με τα ανήλικα τέκνα μου. Οι απειλές που συνεχίζονταν καθώς και οι εκφοβισμοί και οι εκβιασμοί, όσο περνούσε ο καιρός και δεν κατάφερνε τον σκοπό του, εντείνονταν. Οι κλήσεις του μπορεί να άγγιζαν τις χιλιάδες καθημερινά. Δεν μπορούσα να επικοινωνήσω με τους οικείους μου, ούτε να δουλέψω στο χώρο εργασίας μου. Άρχισα να καταλαβαίνω ότι τα ψεύτικα προφίλ άρχισαν να έχουν φωτογραφίες επεξεργασμένες. Κι ότι άρχισε να μιλάει με άτομα του κοινωνικού και οικογενειακού περιβάλλοντος καθώς και της εργασίας μου. Η υγεία μου κλονίστηκε. Εκδήλωσα αυτοάνοσο, έχω και άλλα προβλήματα υγείας πλέον. Και το κυριότερο, δεν θέλω να συμβεί σε καμία άλλη γυναίκα. Δεν θέλω να ζήσει καμία γυναίκα την κόλαση που έχω περάσει εγώ».
Η δεύτερη γυναίκα που έχει μηνύσει τον άνδρα, κατήγγειλε: «Έπαιρνε διαρκώς στα τηλέφωνα της δουλειάς μου, απειλούσε τις συναδέλφους μου με βρισιές και φωνές. Με απειλούσε πως “θα διαλύσει τη ζωή μου”, “θα ισχυριστεί ψεύδη στον πρώην σύζυγό μου για το παιδί μας”, “θα στείλει ανθρώπους να καταστρέψουν το μαγαζί μου”, “θα πάει να δείρει φίλους μου” ή “θα πάει να δείρει άτομα με τα οποία [ενν. νόμιζε πως] είχα σχέση”. Η παράνοια κορυφώθηκε όταν άρχισε να ενοχλεί τους γονείς μου, να τους βρίζει, να τους ξυπνάει τα ξημερώματα. Δεν άφησε κανέναν απέξω: φίλους, γνωστούς... Ακόμα και τους αστυνομικούς που τον καλούσαν αρχικά για συστάσεις. Όλους τους στοχοποιούσε, όλους τους απειλούσε και όλους τους πίεζε με φανταστικά σενάρια. Όταν πήγα στην αστυνομία, οι αστυνομικοί έγιναν επιτόπου μάρτυρες των δεκάδων κλήσεων που δεχόμουν κάθε δευτερόλεπτο. Έμπαινε με νέα προφίλ κάθε φορά, αφού του έκανα αποκλεισμό. Έβριζε χυδαία και τους ίδιους».
Όπως αποκάλυψε πάντως η γυναίκα, οι αστυνομικοί στους οποίους απευθύνθηκε για να τη βοηθήσουν, της είπαν «δεν θα βγάλεις άκρη», παρά μόνο αν… ο πατέρας της ή κάποιος αδερφός της αναλάβει «να τον κάνει μαύρο στο ξύλο».
Η δικηγόρος Θεσσαλονίκης Παρασκευή Σεραΐδου, συνήγορος μιας από τις καταγγέλλουσες, σημείωσε ότι ο άνδρας συνέχισε να ενοχλεί την εντολέα της, ακόμα και μετά την άσκηση ποινικής δίωξης εναντίον του, όσο δηλαδή εκκρεμούσε η υπόθεση ενώπιον του αρμόδιου Στρατοδικείου. Ανέφερε παράλληλα ότι το stalking είναι η επίμονη καταδίωξη η οποία δεν τελείται απαραίτητα με πράξεις, ότι αποτελεί κακοποίηση στη χειρότερη μορφή της και ότι αναγνωρίζεται ως ποινικό αδίκημα, και συγκεκριμένα ως εξειδικευμένη μορφή του αδικήματος της απειλής.