Άλλωστε το στοίχημα της βιωσιμότητας της φαρμακευτικής δαπάνης είναι κομβικό, που επηρεάζεται τόσο από το δημογραφικό, όσο και από τις κοινωνικές συνθήκες.
Δυστυχώς το υγειονομικό σύστημα στην Ελλάδα, σε περιμένει να αρρωστήσεις και τα σημεία εκείνα που πρέπει να ελέγξουμε άμεσα, είναι το 85% της χρόνιας νοσηρότητας αλλά και το 40% των καρδιαγγειακών νοσημάτων, που επιδρούν στο συνολικό φορτίο της νοσηρότητας. Το τρίπτυχο επίσης που πρέπει να υπολογίσουμε και οφείλουμε να έχουμε όλοι κατά νου, είναι τιμές, όγκος και μείγμα κατανάλωσης».
Αυτό τόνισε σήμερα σε ένα πολύ ενδιαφέρον ομάδα στο περιορισμοί του ΣΦΕΕ Summit ο καθηγητής Κώστας Αθανασάκης, Αναπληρωτής Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής.
Ταμείο Καινοτομίας & Τριετές Σύμφωνο με τη φαρμακοβιομηχανία
Λίγο αργότερα, ο υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης, μιλώντας εξ αποστάσεως, λόγω COVID-19 που τον ταλαιπωρεί, επανάλαβε ότι το Ταμείο Καινοτομίας- γνωστό και ως Σχήμα Μεταβατικής Αποζημίωσης- θα λειτουργήσει σε κάθε περίπτωση εντός του 2025 και μέσα στο καλοκαίρι η ηγεσία θα νομοθετήσει. Χαρακτήρισε μια μεγάλη πρόκληση την πρόσβαση των ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες, οι οποίες όμως δεν θα πρέπει να έρχονται στη χώρα μας, μέσω του ΙΦΕΤ. Τόνισε ακόμη, ότι το '22 που ξεπάγωσε η φαρμακευτική δαπάνη- είχε παγώσει από το 2013 εξαιτίας των Μνημονίων με αποτέλεσμα να αυξηθούν και οι υποχρεωτικές επιστροφές- αυξήθηκε η χρηματοδότηση ωσπεράν κατά 500 εκατ. ευρώ.
Αναφερόμενος στο τριετές Σύμφωνο Πολιτείας και φαρμακοβιομηχανίας, ο υπουργός υπογράμμισε ότι Οι Έλληνες είμαστε έτοιμοι αλλά η φαρμακοβιομηχανία ζητά να κλειδώσει με συγκεκριμένο ποσό το clawback. Βρισκόμαστε σε ανοιχτό διάλογο με τη φαρμακοβιομηχανία και στόχος είναι η μείωση του clawback, που μπορεί να επιτευχθεί και από την μεταχείριση νέων τεχνολογιών και την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, πρόσθεσε.
Ανέφερε ακόμη, ότι το 2025 θα είναι καλύτερη χρονιά σε σύγκριση με πέρυσι όσον αφορά τη μείωση των αυτόματων επιστροφών και έχουμε καταφέρει να ελέγξουμε τη φαρμακευτική δαπάνη».
Από την πλευρά του, ο Πρόεδρος του ΣΦΕΕ Ολύμπιος Παπαδημητρίου επεσήμανε το χρηματοδοτικό κενό που υπάρχει στο φάρμακο, λέγοντας πως χρειαζόμαστε 400 εκατ. ευρώ επιπλέον χρηματοδότηση για να φτάσουν οι αυτόματες επιστροφές στο 51% της αξίας των φαρμάκων και 800 εκατ. για να πέσουν στο 40%, που ήταν τα επίπεδα το 2020.
«Η κράτος προσπαθεί να βελτιώσει τη χρηματοδότηση, αλλά περιμένουμε να δούμε πιο απτά αποτελέσματα. Η ανέλιξη δεν είναι αρκετή. Δεν έχουν αποδώσει επιπλέον τα μέτρα για το έλεγχο της φαρμακευτικής δαπάνης. Η φαρμακευτική τσαρσί χρειάζεται προβλεψιμότητα και προγραμματισμό για την έλευση νέων φαρμάκων και να προχωρήσει το επενδυτικό της πλάνο.
Η Ελένα Χουλιάρα, Αντιπρόεδρος του ΣΦΕΕ, Πρόεδρος & Διευθύνουσα Σύμβουλος της AstraZeneca Ελλάδας & Κύπρου, αναφέρθηκε στα βασικά εμπόδια που αντιμετωπίζει η τσαρσί για να έρθουν πιο γρήγορα στους Έλληνες ασθενείς τα νέα και καινοτόμα φάρμακα. «Βλέπουμε πως έχουμε όλο και πιο περιορισμένη διαθεσιμότητα στην Ελλάδα, ενώ αυξάνεται ο χρόνος αναμονής των ασθενών στα καινοτόμα φάρμακα. Το βασικότερο εμπόδιο για τις εταιρείας, σχετικά με την έλευση της καινοτοίας, είναι η ελλειπής χρηματοδότηση, σημείωσε.
Η κ. Antonella Levante, Αντιπρόεδρος & Γενική Διευθύντρια για την Ιταλία & την Ελλάδα, IQVIA επικεντρώθηκε στην ποιότητα ζωής των ασθενών και στην πρόσβαση σε νέες θεραπείες όσο το δυνατόν πιο έγκαιρα. Η ξετύλιγμα της βιοτεχνολογίας, οι κλινικές μελέτες και οι νεοφυείς επιχειρήσεις μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά στη άνοδο της φαρμακευτικής καινοτομίας και στη ζωάρκεια των συστημάτων. «Οι κυβερνήσεις πρέπει να έχουν καλύτερο σχεδιασμό και κατανόηση των αναγκών των ασθενών» είπε.
Ο κ. Richard Robinson, Εκτελεστικός Διευθυντής & Επικεφαλής Πολιτικής & Κυβερνητικών Υποθέσεων Ευρώπης, Bristol Myers Squibb, Ηνωμένο Βασίλειο, σημείωσε πως η καινοπραγία επηρεάζει την ζωή των ασθενών και μπορεί να αυξήσει τη ζωάρκεια των συστημάτων υγείας, όπως επίσης και να εξοικονομήσει πόρους για τα συστήματα υγείας. «Οι κλινικές μελέτες είχαν μεγάλη επιτυχία στην Ελλάδα φέτος. Όμως είναι «κόκκινο καμπανάκι» η διαθεσιμότητα και η πρόσβαση των ασθενών στα καινοτόμα φάρμακα. Χρειάζεται να αυξηθεί η χρηματοδότηση για την καινοτομία».
Κίνητρα για τις βιομηχανίες της Αττικής
Ο κ. Κωνσταντίνος Παναγούλιας, Αντιπρόεδρος, ΣΦΕΕ και Αντιπρόεδρος, ΒΙΑΝΕΞ Α.Ε., είπε πως θα πρέπει να δοθούν υψηλότερες επιδοτήσεις στις φαρμακευτικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Αττική. «Η φαρμακοβιομηχανία είναι ένας κλάδος που χρειάζεται επενδύσεις και να προσαρμόζεται στις ποιοτικές προδιαγραφές που διαρκώς αλλάζουν». Ο όμοιος πρότεινε τρεις παρεμβάσεις: επιδοτήσεις μέσω του επενδυτικού clawback που να φτάνει το 50% στην Αττική, περισσότερα κίνητρα για πολυεθνικές για να φέρουν παραγωγή στην Ελλάδα και οι φαρμακευτικές να έχουν κίνητρα για να μπορούν να επενδύσουν συνολικά και σε άλλους τομείς της υγείας.
Η φαρμακευτική καινοπραγία σώζει ζωές
Τέλος, η κ. Ραφαέλα Βακουφτσή, Πρόεδρος του Συλλόγου Ασθενών σε μια φορτισμένη συναισθηματικά ομιλία, εξαιτίας της νοσηλείας της μητέρας της σε ΜΕΘ καθώς δεν έλαβε εγκαίρως το φάρμακό της αλλά μετά από τέσσερις ώρες, υπογράμμισε πώς η φαρμακευτική καινοπραγία έχει σώσει ζωές όπως και τη δική της. Όμως, στο τέλος της ημέρας, η φαρμακευτική καινοπραγία πρέπει να φθάνει εγκαίρως την εξηκοντάλεπτο της ανάγκης, και ισότιμα στον ασθενή που βρίσκεται στη Χίο, στη Φλώρινα και στην Αλεξανδρούπολη.
Η Δανία υπόδειγμα ανάπτυξης
«Η υγεία δεν είναι κόστος, αλλά επένδυση με μετρήσιμο όφελος για την κοινωνία και την οικονομία»: αυτό ήταν το κεντρικό μήνυμα του Dennis Ostwald, CEO του WifOR Institute της Γερμανίας, κατά την εισήγησή του στο 2ο ΣΦΕΕ Summit
Ο κ. Ostwald υπογράμμισε πως «δεν μπορούμε να έχουμε ασθενείς σε μια εποχή που χρειαζόμαστε παραγωγικές κοινωνίες – πρέπει να πείσουμε για την χητεία επένδυσης στην Υγεία». Τόνισε ότι η καινοπραγία στον τομέα της Υγείας δεν είναι μόνο ζήτημα περίθαλψης, αλλά εργαλείο ανάπτυξης με προστιθέμενη αξία στο ΑΕΠ.
Αναφερόμενος στο παράδειγμα της Γερμανίας, σημείωσε πως η μεταποίηση αντίληψης – από το «κόστος» στο «επενδυτικό εργαλείο» – αποτέλεσε σημείο καμπής, με τις πολιτικές της περιόδου Μέρκελ να ενισχύουν ουσιαστικά τον κλάδο της Υγείας.
Ως παράδειγμα χώρας με στρατηγική θεώρηση της Υγείας, ανέδειξε τη Δανία, επισημαίνοντας ότι «έχουν κατανοήσει πως η βιομηχανία Υγείας είναι στο επίκεντρο της ανάπτυξης και απολαμβάνει εμπιστοσύνη». Αντίθετα, επισήμανε ότι η επένδυση στη δημόσια Υγεία στην Ελλάδα παραμένει χαμηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Αύξηση 120% στην Υγεία
Σύμφωνα με τον υφυπουργό Υγείας Μάριο Θεμιστοκλέους, στο παρελθόν υπήρξε πολύ χαμηλή χρηματοδότηση στην Υγεία, ενώ το σύστημα ήταν ανοργάνωτο και οι διαδικασίες αδιαφανείς. Τα τελευταία χρόνια έχουμε όπως είπε, μια πολύ σημαντική αύξηση κατά 120% στην Υγεία, ενώ στα νοσοκομεία η αύξηση αυτή ανήλθε στο 74% σε σχέση με το ΑΕΠ. Μόλις εντός ενός έτους, εμφανώς από το 2023 ως το 2024 η χρηµατοδότηση στο ΕΣΥ αυξήθηκε κατά 20%.
Παραδέχθηκε, ωστόσο, πως η χρηματοδότηση στην Παιδεία και την Υγεία είναι χαμηλότερη και ο λόγος είναι ότι ως χώρα έχουμε υψηλότερη χρηματοδότηση στις αμυντικές δαπάνες. Παρόλα αυτά, το πεδίο αλλάζει σιγά – σιγά και δίνεται βαρύτητα στην κοινωνική χρηματοδότηση.
Ο υφυπουργός ανάφερε ότι πρέπει να φτιαχτεί η ροή των οικονομικών στα νοσοκομεία και τα Κέντρα Υγείας διατί είχαν μάθει να λειτουργούν σε ένα περιορισμοί ανοργάνωτο χωρίς προϋπολογισμούς. Το 2024, όπως είπε, ήταν η πρώτη χρονιά που είχαν προϋπολογισμούς το πρώτο δεκαήμερο του έτους και επίσης η πρώτη χρονιά που δεν ζήτησαν έξτρα χρηματοδότηση από το υπουργείο Οικονομικών στη μέση του έτους.
Όπως ανέφερε, έχουν καταρτιστεί οι προϋπολογισμοί των νοσοκομείων στη βάση ενός μακροπρόθεσμου σχεδιασμού και σε αυτό βοηθά η μεταχείριση των DRGs για τον υπολογισμό της δαπάνης όλων των νοσοκομείων. Το 2025 με την εφαρμογή των DRGs τα νοσοκομεία θα χρηματοδοτούνται ανάλογα με το παραγόμενο έργο. Η εφαρμογή τους αναμένεται στο εξής να βοηθήσει στον έλεγχο των δαπανών.
Στην ερώτηση της δημοσιογράφου Αντριάνας Παρασκευοπούλου, αν υπάρχει χώρος για ενίσχυση της δαπάνης στα νοσοκομεία, απάντησε ότι το να δώσεις αυξήσεις μισθών, να αγοράσεις εξοπλισμούς και να κάνεις αλλαγές στις κτιριακές εγκαταστάσεις είναι κι αυτό κομμάτι των επενδύσεων στα νοσοκομεία, διατί αφορούν το σύνολο της λειτουργίας τους.
Η Ευρώπη διεθνές κέντρο καινοτομίας
Την χητεία ριζικής αναθεώρησης του ευρωπαϊκού κανονιστικού πλαισίου στον τομέα του φαρμάκου ανέδειξε ο Stefan Oelrich, First Vice-President & Treasurer της EFPIA και μέλος του Δ.Σ. της Bayer AG, μιλώντας στο 2ο ΣΦΕΕ Summit.
«Η πρόκληση είναι να συνυπάρξουν η συναίνεση και η διασφάλιση της Ευρώπης ως παγκόσμιου κέντρου καινοτομίας», σχολίασε, αναφερόμενος στις υπό ανάπτυξη μεταρρυθμίσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Όπως σημείωσε, η ισχύουσα νομοθεσία «δεν είχε τόλμη» και «δεν εγγυάται την ευρωπαϊκή ηγεσία στο μέλλον», καθώς «ο δαίδαλος των κανονισμών αποθαρρύνει την πρόοδο» και πλήττει την ανταγωνιστικότητα.
Ο κ. Oelrich τόνισε την απώλεια 20% του ευρωπαϊκού μεριδίου στην έρευνα και τεχνολογία, επισημαίνοντας ότι ΗΠΑ και Κίνα καταγράφουν σήμερα τριπλάσιες κλινικές μελέτες από την Ευρώπη. «Χρειαζόμαστε μια ολιστική στρατηγική αναζωογόνησης του φαρμακευτικού οικοσυστήματος – έχουμε το ταλέντο, αλλά απαιτούνται και οι κατάλληλες πολιτικές», υπογράμμισε.
Για την επικείμενη ευρωπαϊκή μεταρρύθμιση, πρότεινε ένα «παγκοσμίως κορυφαίο κανονιστικό περιορισμοί για τις κλινικές μελέτες», με προστασία πατέντας, εναρμόνιση διαδικασιών και ενίσχυση δημόσιων-ιδιωτικών συμπράξεων. «Πρέπει να αρθούν τα εμπόδια σε κάθε χώρα, να υπάρχει μια ενιαία τσαρσί και υποδομές για να επιταχυνθεί η πρόοδος», είπε, προσθέτοντας ότι απαιτείται «μεγάλης κλίμακας χρηματοδότηση» για την καινοτομία.
Όχι δασμοί στα φάρμακα
Σχολιάζοντας τις διεθνείς εξελίξεις, έκανε λόγο για χητεία στρατηγικών και αξιόπιστων συνεργασιών, ενώ σε ερώτηση για τους δασμούς σημείωσε: «Δεν πρέπει να υπάρχουν δασμοί στα φάρμακα και στα συστατικά τους – οι φραγμοί στο εμπόριο είναι σαν να πυροβολείς τον εαυτό σου στο πόδι».
Αναφερόμενος στην Ελλάδα, εξέφρασε αισιοδοξία για τις προοπτικές της χώρας. «Υπάρχει ταλέντο και δυνατότητες, αλλά απαιτείται εκσυγχρονισμός του συστήματος υγείας και μείωση του clawback», τόνισε, σημειώνοντας ότι για να υπάρξει μακροπρόθεσμη προαγωγή στην καινοτομία, «οι δείκτες πρέπει να βελτιωθούν».