Η Δανία γύρισε σελίδα. Από το σοκ της μαζικής εισροής μεταναστών… στην επιβολή μίας από τις πιο αυστηρές μεταναστευτικές πολιτικές στη Δύση. Και όλα αυτά μέσα σε μία δεκαετία.
Ήταν 2019 όταν ανέλαβε τα ηνία της Δανίας η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση. Προτεραιότητά της να περιορίσει τη μετανάστευση για να «προστατεύσει τη δανική ταυτότητα». Μία δέσμευση που έγινε πράξη, όπως μεταδίδει σε ανάλυσή της η βρετανική εφημερίδα Daily Mail, υιοθετώντας πολιτική μηδενικής ανοχής.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει το δημοσίευμα, η κυβέρνηση της Μέτε Φρεντέρικσεν υλοποίησε σκληρές πολιτικές, όπως την απαγόρευση της μπούρκας, τα υποχρεωτικά μαθήματα δανικής γλώσσας για μετανάστες και τα παιδιά τους, την αφαίρεση επιδομάτων σε μη συμμορφούμενους αιτούντες άσυλο, τη δημοσίευση στατιστικών εγκληματικότητας ανά εθνικότητα και τις κατασχέσεις τιμαλφών από αφιχθέντες μετανάστες.
Παράλληλα, οι κάτοικοι ενός διαβόητου οικισμού, του Mjolnerparken -ο οποίος είχε κατηγοριοποιηθεί επίσημα από τη Δανία ως «γκέτο για μη δυτικούς»- μετακινήθηκαν σε όλη τη χώρα για να μπει «φρένο» στην ανάπτυξη μιας «παράλληλης» ξένης κοινωνίας.
«Τώρα η περιοχή είναι κατά 99% ασφαλέστερη», δήλωσε στο βρετανικό μέσο ο 62χρονος Schbaita, παλαιστινιακής καταγωγής, ο οποίος διατηρεί κατάστημα στην περιοχή.
«Πολλοί που ζούσαν στο γκέτο έχουν διαλυθεί. Οι εγκληματίες στο Mjolnerparken έχουν απελαθεί. Η Δανία έκανε αυτό που μας υποσχέθηκε».
Το βλέμμα της Ευρώπης στη Δανία
Πράγματι, η Δανία θεωρείται πρότυπο για τον επιτυχή έλεγχο της μετανάστευσης.
Στο επίκεντρο της πολιτικής είναι η αποφασιστικότητα να προστατευθούν τα μέσα διαβίωσης των Δανών της εργατικής τάξης, να διασφαλιστούν οι θέσεις εργασίας τους και να σταματήσουν τα σχολεία και τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας να κατακλύζονται από τους μετανάστες.
Στατιστικά στοιχεία της κυβέρνησης δείχνουν ότι στα δανέζικα σχολεία, όσο χαμηλότερη είναι η ηλικία των μαθητών, τόσο περισσότεροι Δανοί υπάρχουν στην τάξη.
Αυτό αποτελεί μια ένδειξη ότι το ποσοστό των νέων οικογενειών εθνικών μειονοτήτων μειώνεται – και είναι το αντίθετο από αυτό που συμβαίνει -για παράδειγμα- σε μεγάλο μέρος του εκπαιδευτικού συστήματος της Αγγλίας, όπου πέρυσι το 37% των μαθητών είχαν μειονοτικό εθνοτικό υπόβαθρο.
Η στατιστική για την αποτελεσματικότητα των μέτρων δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης: Οι αιτήσεις ασύλου έχουν μειωθεί κατά σχεδόν 90% σε δέκα χρόνια. Από 21.316 το 2015, μόλις 2.333 υποβλήθηκαν πέρυσι, σε αντίθεση με τις 108.138 στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Το σκοτάδι πίσω από το φως
Ωστόσο, πίσω από την «επιτυχία» κρύβονται προσωπικές «τραγωδίες».
Στο κέντρο Σέλσμαρκ, μετανάστες όπως μια 28χρονη Ιρανή που δεν μιλά δανικά ή αγγλικά, παραμένουν εγκλωβισμένοι, καθώς δεν μπορούν να απελαθούν αλλά ούτε και να ενταχθούν. Ένας 23χρονος Κούρδος που έφτασε παιδί στη Δανία το 2015 περιμένει να μάθει ποιο θα είναι το μέλλον του με ψυχικά τραύματα και αγωγές.
Και ο 48χρονος Καμερουνέζος δικηγόρος Νταμ Κάρλσον, που έδωσε νομική υποστήριξη σε αντικαθεστωτικούς, ζει εδώ και μήνα με την αποσκευή του έτοιμη δίπλα στο σιδερένιο κρεβάτι του, μπροστά σε προειδοποιητική ταμπέλα για ποντίκια. «Ζω με την αγωνία», λέει. «Δεν μπορώ να επιστρέψω στο Καμερούν. Θα με φυλακίσουν. Δεν πίστευα ποτέ ότι η φιλελεύθερη Δανία δεν βοηθά πια ανθρώπους σαν εμένα».