Στις 25 Μαΐου 2020 ο 46χρονος Αφροαμερικανός Τζορτζ Φλόιντ δολοφονείται από λευκό αστυνομικό, στη Μινεάπολη στην πολιτεία Μινεσότα. Η τραγική είδηση μέσα σε λίγα λεπτά κάνει το γύρο του κόσμου, ενώ στη συνέχεια προκαλεί μία από τις μεγαλύτερες κινητοποιήσεις διαμαρτυρίας στην ιστορία των ΗΠΑ. Ωστόσο, πέντε χρόνια μετά τον θάνατό του, το κίνημα “Black Lives Matter” (Οι ζωές των μαύρων μετράνε) έχει χάσει τη δυναμική του και ο απολογισμός του είναι ανάμικτος.
Ένα τεράστιο γκράφιτι που είχαν ζωγραφίσει σε δρόμο στο κέντρο της Ουάσινγκτον καταστράφηκε τον Μάρτιο, ενώ μερικά μέτρα μακριά, στον Λευκό Οίκο, βρίσκεται πλέον ξανά ο Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει δεσμευθεί να καταπολεμήσει τη φυλετική «ιδεολογική κατήχηση».
Καθώς δεν κατάφερε να πείσει ένα μεγαλύτερο μέρος του αμερικανικού πληθυσμού, το “Black Lives Matter” έχασε την ευκαιρία να συμβάλει στην αλλαγή νοοτροπίας και της κοινωνίας, όπως είχε καταφέρει το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματα τη δεκαετία του 1960.
«Είναι πολύ εύκολο να φορέσει κανείς ένα μπλουζάκι, να φωνάξει ένα σύνθημα, αλλά μετά συνειδητοποιεί τι ζητούν» οι ακτιβιστές του BLM, παρατήρησε ο Γιοχούρου Γουίλιαμς καθηγητής Ιστορίας και ιδρυτής της «Πρωτοβουλίας Φυλετικής Δικαιοσύνης» στο πανεπιστήμιο Σεντ Τόμας στη Μινεσότα.
Ο Γουίλιαμς αναφερόταν στην έκκληση κάποιων στο πλαίσιο του κινήματος να ανασταλεί η ομοσπονδιακή χρηματοδότηση της αστυνομίας, που προκάλεσε την αντίδραση μέρους της κοινής γνώμης λόγω της αύξησης της εγκληματικότητας σε κάποιες πόλεις.
Περίπου το 52% των Αμερικανών δηλώνουν τώρα ότι στηρίζουν το BLM, πτώση 15 μονάδων σε σχέση με τον Ιούνιο του 2020, έναν μήνα αφού ο αστυνομικός Ντέρεκ Σοβίν προκάλεσε τον θάνατο του Τζορτζ Φλόιντ κατά τη σύλληψή του στη Μινεάπολη.
Εκείνη την εποχή οι διαδηλώσεις, κάποιες από τις οποίες κατέληξαν σε ταραχές, εξαπλώθηκαν σε όλες τις ΗΠΑ και έως τον Λευκό Οίκο όπου ο Ντόναλντ Τραμπ ολοκλήρωνε την πρώτη του θητεία.
Η οργή για τον φόνο του Φλόιντ έφερε στο προσκήνιο το BLM, μία ομάδα που ιδρύθηκε το 2013 αντιδρώντας στη φυλετική βία. Στον απόηχο των κινητοποιήσεων και των απανωτών καταγγελιών για συστημικό ρατσισμό στις ΗΠΑ πολλά μνημεία της Συνομοσπονδίας καταστράφηκαν, ενώ ιδρύματα (σχολεία ή ακόμη και στρατιωτικές βάσεις) άλλαξαν ονομασία.
Παρά όμως την αρχική ορμή του κινήματος και τις φιλοδοξίες του, το BLM πέτυχε «πολύ περιορισμένα αποτελέσματα», σύμφωνα με τον Γουίλιαμς.
«Η ηθική καθαρότητα του 2020 δεν οδήγησε σε πολιτικό θάρρος», εκτίμησε ο Φίλιπ Σόλομον καθηγητής Αφροαμερικανικών σπουδών και Ψυχολογίας στο Γιέιλ.
Το νομοσχέδιο που πήρε το όνομά του από τον Τζορτζ Φλόιντ και το οποίο προέβλεπε μεταρρυθμίσεις στις υπηρεσίες επιβολής της τάξης – μεταξύ των οποίων την απαγόρευση χρήσης του κεφαλοκλειδώματος κατά τη σύλληψη – δεν εγκρίθηκε από το Κογκρέσο.
Για τον Σόλομον, ο φόνος του Φλόιντ – τον οποίο χαρακτήρισε «λιντσάρισμα» – είχε ανοίξει τον δρόμο προς μία αλλαγή, ωστόσο, αυτός χάθηκε πλέον.
Ο θάνατος του Φλόιντ έφερε στη δημοσιότητα και δεκάδες άλλα περιστατικά αστυνομικής βίας σε βάρος Αφροαμερικανών, πολλά από τα οποία διαδόθηκαν μέσω των social media.
Στη συνέχεια κάποιες πολιτείες έθεσαν περιορισμούς στη χρήση βίας από τις δυνάμεις της τάξης ή ξεκίνησαν πρωτοβουλίες για την παρουσία άοπλων αστυνομικών σε κάποιες επιχειρήσεις.
Ο Μεντάρια Αραντόντο, ο πρώτος μαύρος επικεφαλής της αστυνομίας της Μινεάπολης που βρισκόταν στη θέση την περίοδο που σημειώθηκε το περιστατικό με τον Φλόιντ, δήλωσε ότι ανησυχεί για «τις σοβαρές επιπτώσεις» της απουσίας επιπλέον μεταρρυθμίσεων.
«Ελπίζω, και προσεύχομαι γι’ αυτό, η χώρα μας να μην προχωρά στα τυφλά προς μία νέα κρίση», τόνισε.
Τον Μάιο ο πρόεδρος της οργάνωσης προάσπισης πολιτικών δικαιωμάτων National Urban League εκτίμησε ότι τα μέτρα που ελήφθησαν για την αντιμετώπιση των φυλετικών διακρίσεων «έχουν αντιστραφεί πλήρως» τον τελευταίο καιρό.
Επί προεδρίας Τραμπ, το υπουργείο Δικαιοσύνης έβαλε τέλος σε όλες τις έρευνες που αφορούσαν στην παραβίαση πολιτικών δικαιωμάτων, οι οποίες είχαν ξεκινήσει όταν πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν ο Δημοκρατικός Τζο Μπάιντεν. Ο Ρεπουμπλικάνος εξάλλου έχει καταργήσει τις πολιτικές συμπερίληψης και διαφορετικότητας στις ομοσπονδιακές υπηρεσίες, ενώ προωθεί την ακύρωσή τους και στην εκπαίδευση.
Κάποιοι υποστηρικτές του Τραμπ του ζήτησαν μάλιστα να δώσει χάρη στον Σοβίν, που εκτίει ποινή κάθειρξης 22 ετών.
Ωστόσο ο Αραντόντο δηλώνει αισιόδοξος: «η ιστορία έχει δείξει ότι η αλλαγή έρχεται αργά. Έχουμε ακόμη πολλή δουλειά μπροστά μας αλλά πιστεύω ότι θα τα καταφέρουμε».