Λίγες μέρες πριν καθίσουν στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Καρδίτσας οι έξι αστυνομικοί που κατηγορούνται για τον βασανισμό του Βασίλη Μάγγου, κοινοποιήθηκε στο Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο Ανθυπαστυνόμων, Αρχιφυλάκων, Αστυφυλάκων Θεσσαλονίκης αίτημα από τον προϊστάμενο Επιτελείου του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας που παραπέμπει τους κατηγορούμενους με το ερώτημα επιβολής σ’ αυτούς της ποινής της απόταξης.
Πρόκειται για το αποτέλεσμα του πειθαρχικού ελέγχου των έξι αστυνομικών της Αστυνομικής Διεύθυνσης Μαγνησίας (σ.σ. τέσσερις της ΟΠΚΕ και δύο της υπ. Ασφάλειας Βόλου), σε βάρος των οποίων έχει ήδη ασκηθεί ποινική δίωξη για –κατά περίπτωση– την κακουργηματικού χαρακτήρα πράξη των βασανιστηρίων κατά συναυτουργία και για τρία πλημμελήματα (επικίνδυνη σωματική βλάβη κατά συναυτουργία, έκθεση κατά συναυτουργία και παράνομη κατακράτηση σε βάρος του 26χρονου θύματος) («Βούλευμα-καταπέλτης για τους βασανιστές του Μάγγου», 13.05.25 «Εφ.Συν.»), που κατέληξε έναν μήνα μετά τον άγριο ξυλοδαρμό του από αστυνομικούς.
Γροθιές και κλοτσιές
Το έγγραφο του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ. -το περιεχόμενο του οποίου φέρνει σήμερα στο φως η «Εφ.Συν.»- περιγράφει ότι οι συγκεκριμένοι αστυνομικοί, «ενεργώντας με πρόθεση, από κοινού και κατόπιν συναπόφασης, όντες αστυνομικοί, στα καθήκοντα των οποίων ανάγεται η ανάκριση (προανάκριση) ή η φύλαξη ή η επιμέλεια κρατουμένων, υπέβαλαν, κατά την εκτέλεση αυτών των καθηκόντων, σε βασανιστήρια πρόσωπο που βρισκόταν στην εξουσία τους, με κοινό σκοπό τους να τιμωρήσουν αυτό».
Ειδικότερα, στο έγγραφο περιγράφεται ο ξυλοδαρμός του θύματος τόσο έξω από το Δικαστικό Μέγαρο Βόλου όσο και κατά τη διαδρομή από αυτό μέχρι την Υ.Α. Βόλου, αλλά και στη συνέχεια στον χώρο των κρατητηρίων. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι έξω από το Δικαστικό Μέγαρο, «αφού τον έριξαν στο έδαφος, τον έπληξαν τόσο με τις αστυνομικές τους ράβδους όσο και με τα πόδια τους (κλοτσώντας τον), με συνέπεια αυτός να υποστεί πολλαπλά κατάγματα πλευρών και τραυματισμό του ήπατος και της χοληδόχου κύστεώς του, κακώσεις που μπορούσαν να προκαλέσουν κίνδυνο για τη ζωή του ή βαριά σωματική του βλάβη».
Σε άλλο σημείο στο έγγραφο αναφέρεται πως, κατά τη διαδρομή από το Δικαστικό Μέγαρο Βόλου μέχρι την Υ.Α. Βόλου, «έχοντας πλέον υπό πλήρη φυσική εξουσίαση τον ως άνω προσαχθέντα, κατά τρόπο ώστε να μπορούν να του επιβάλουν τη θέλησή τους, τον έπληξαν εκ νέου (πέραν, δηλαδή, των πληγμάτων που αυτός είχε δεχθεί πριν από τη χειροπέδησή του, έξω από το Δικαστικό Μέγαρο Βόλου), χτυπώντας τον με τα χέρια τους, ειδικότερα, δε, με γροθιές, στον κορμό και στην κοιλιακή χώρα, ήτοι στα ίδια ακριβώς σημεία που τον είχαν πλήξει, με γροθιές, καθώς και με τις αστυνομικές τους ράβδους, προκαλώντας του εσκεμμένως στα σημεία αυτά έντονες σωματικές κακώσεις, και δη τραυματισμό του ήπατος και της χοληδόχου κύστης, και πολλαπλά κατάγματα πλευρών και επιπροσθέτως έντονο σωματικό πόνο, όπως επιδίωκαν».
Στη συνέχεια, σχετικά με το κρατητήριο σημειώνεται ότι «προσέβαλαν σοβαρά την (ανθρώπινη) αξιοπρέπεια του Β. Μάγγου, με τη μορφή της βαριάς, απαξιωτικής και εξευτελιστικής συμπεριφοράς κατά τον ίδιο χρόνο που ήταν υπό την πλήρη φυσική εξουσίασή τους, κατά τρόπο ώστε να μπορούν άπαντες να του επιβάλουν τη θέλησή τους, τόσο απευθύνοντάς του άπαντες τις φράσεις “γιατί κλαις τώρα, μόνο οι αδελφές κλαίνε, είσαι αδελφή; (...) πόσα πλευρά έχεις; επτά, εννιά; δεν θα σου λείψουν”, όσο και αφενός μεν αρνούμενοι να του χορηγήσουν νερό, μολονότι το ζήτησε, υποδεικνύοντάς του έναν ψύκτη νερού που δεν λειτουργούσε σωστά, καθόσον έπεφταν μόνο λίγες σταγόνες νερού, αφετέρου δε χλευάζοντάς τον επειδή δεν κατάφερνε να πιει νερό από τον ως άνω ψύκτη [...] H, δε, από μέρους τους ασκηθείσα βία, από την οποία προκλήθηκαν έντονες σωματικές κακώσεις και έντονος σωματικός πόνος στον ως άνω προσαχθέντα, δεν ήταν απολύτως αναγκαία για την εκτέλεση κάποιου καθήκοντός τους».
Αξίζει να αναφερθεί ότι στο πόρισμα της Ενορκης Διοικητικής Εξέτασης, την οποία διενήργησε ο επικεφαλής της Αστυνομικής Διεύθυνσης Καρδίτσας, ο τελευταίος πρότεινε την παραπομπή στο Πειθαρχικό Συμβούλιο μόνο τριών εκ των έξι αστυνομικών, τονίζοντας ότι αυτό προέκυπτε «με βάση το αποδεικτικό υλικό που συγκεντρώθηκε στα πλαίσια της ΕΔΕ και τη συνδυαστική μελέτη των στοιχείων που προέκυψαν από την εξέταση».
Χαρακτηριστικά, το πόρισμα της ΕΔΕ, το οποίο κοινοποιήθηκε στο Πρωτοβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο μαζί με την παραπεμπτική διαταγή από τον προϊστάμενο Επιτελείου του Αρχηγείου της ΕΛ.ΑΣ., αναφέρει μόνο τα χτυπήματα τριών αστυνομικών κατά του θύματος, ενώ αφιερώνει τρεις παραγράφους για να περιγράψει την ηθική αμοιβή του επαίνου και της ευαρέσκειας που είχαν λάβει κατά το παρελθόν και κατά τη διάρκεια των καθηκόντων τους τρεις από τους κατηγορούμενους στο ΜΟΔ αστυνομικοί.
Αδιάσειστα στοιχεία
Ωστόσο, παρά την ΕΔΕ, η παραπομπή και των έξι αστυνομικών στο Πειθαρχικό έρχεται μετά το βούλευμα του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών («Βούλευμα-καταπέλτης για τους βασανιστές του Μάγγου» 13.05.2025 «Εφ.Συν.») που στέλνει όλους τους αστυνομικούς στο εδώλιο στις 5 Ιουνίου, αλλά και μετά τις συνεχείς προσπάθειες της οικογένειας του θύματος, τις επαναλαμβανόμενες καταθέσεις τους, την προσκόμιση αδιάσειστων στοιχείων (σ.σ. φωτογραφίες, βίντεο, ιατρικές γνωματεύσεις) και τη συμπαράσταση της κοινωνίας απέναντι στη δολοφονική συμπεριφορά των κατηγορούμενων.
Το ερώτημα που επανέρχεται στο προσκήνιο ακόμη μία φορά απευθύνεται στον υπουργό Προστασίας του Πολίτη, που επικαλείται τη διενέργεια ΕΔΕ σε κάθε «στραβοπάτημα» των υπαλλήλων στο υπουργείο που προΐσταται. Τελικά, όπως προκύπτει και από το πόρισμα για τον θάνατο του Β. Μάγγου, οι ΕΔΕ λειτουργούν ως μηχανισμός ελέγχου ή συγκάλυψης;