«Αν σκεφτούμε πόσο γειτνιάζει ο πνεύμονας με την καρδιά καταλαβαίνουμε πόσο πολύ επηρεάζουν αυτά τα όργανα το ένα το άλλο.
Είναι τόσο αλληλένδετα, που όταν ένας ασθενής έρχεται στα επείγοντα με μια παρόξυνση ΧΑΠ, πάρα πολύ συχνά έχει και πνευμονικό οίδημα. Πάρα πολύ συχνά κάμπτεται και η καρδιά του και έχει και τα δύο. Και το ένα επάγει το άλλο. Δηλαδή αν κάποιος έχει ΧΑΠ και πάθει παρόξυνση, κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του η πιθανότητα να πάθει έμφραγμα ή εγκεφαλικό, διπλασιάζεται. Και αυτός ο κίνδυνος μένει για κατά πρόσβαση ένα μήνα», δηλώνει ο αναπληρωτής καθηγητής Πνευμονολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ Γιώργος Χειλάς.
Σε συνέντευξη που παρέθεσε ο αναπληρωτής καθηγητής στο Αθηναικό πρακτορείο, μίλησε αναλυτικά για τις «επικίνδυνες σχέσεις» που έχουν οι πνεύμονες με την καρδιά και πως αυτές εκ των πραγμάτων έχουν οδηγήσει πνευμονολόγους και καρδιολόγους σε στενή συνεργασία.

Ο καθηγητής Πνευμονολογίας στην Ιατρική Σχολή του ΕΚΠΑ Γιώργος Χειλάς
ΑΠΕΈνα στους 2 με ΧΑΠ έχει καρδιολογικό πρόβλημα
Μάλιστα ο κ. Χειλάς έφερε το εξής παράδειγμα:
«Είμαστε σε ένα πνευμονολογικό ιατρείο και έχουμε έναν ασθενή με ΧΑΠ. Ως γνωστόν η ΧΑΠ είναι ένα νόσημα, το οποίο οφείλεται κατά 90-95% στην καπνιστική συνήθεια. Εάν λοιπόν αυτόν τον άνθρωπο που κατά κανόνα είναι κοντά στα 60, ή και παραπάνω, τον ψάξουμε για άλλα νοσήματα, θα δούμε ότι ωσπεράν στο 100% των περιπτώσεων θα του βρούμε κάτι.
Από αυτό το κάτι που θα του βρούμε, η πιθανότητα να πάσχει το καρδιαγγειακό του σύστημα (υπέρταση, δυσλιπιδαιμία στεφανιαία νόσο κλπ) είναι κοντά στο 40- 50%. Δηλαδή ένας στους 2 με ΧΑΠ έχει πρόβλημα και με την καρδιά του. Το εντυπωσιακό όμως, είναι και το ανάποδο.
Αν πάμε στο απέναντι ιατρείο, που είναι το καρδιολογικό και συναντήσουμε έναν ασθενή που είναι κάποια χρόνια καπνιστής, αν τυχόν τον σπιρομετρήσουμε, έχουμε μια πιθανότητα 30-40% να βρούμε μια αδιάγνωστη ΧΑΠ.
Άρα λοιπόν, το ένα όργανο επηρεάζει το άλλο και ο πνευμονολόγος μπορεί να βρει νοσήματα καρδιολογικά και να στείλει τον ασθενή στον καρδιολόγο και ο καρδιολόγος να βρει πνευμονολογικό νόσημα και να τον στείλει στον πνευμονολόγο».
Κοινές οδηγίες με τους καρδιολόγους για νοσήματα που τέμνονται
Στην ερώτηση για το αν υπάρχουν φάρμακα της μίας ειδικότητας που δεν συμβαδίζουν με φάρμακα της άλλης και κατά πόσον συνεργάζονται, ειδικά στα δημόσια νοσοκομεία, ο κ. Χειλάς απάντησε:
«Την τελευταία δεκαετία υπήρχε ένας φόβος ότι κάποια φάρμακα που δίνουμε εμείς, μπορεί να επηρεάσουν την καρδιακή λειτουργία, ή το ανάποδο. Δηλαδή, φάρμακα που δίνουν οι καρδιολόγοι, μήπως επηρεάσουν το αναπνευστικό σύστημα.
Ευτυχώς, με ανταλλαγή απόψεων και σύμπραξη γίνεται διαχείριση. Και η πραγματικότητα είναι ότι τα τελευταία χρόνια όλες οι ιατρικές ειδικότητες έχουμε εμπεδώσει ότι πρέπει να συνεργαζόμαστε.
Ειδικότερα, Οι Έλληνες οι πνευμονολόγοι συνεργαζόμαστε σε όλα τα επίπεδα στενά με τους καρδιολόγους και αυτό φαίνεται πλέον και στα νοσοκομεία μας.
Είναι μια παίδευση που καλλιεργείται και εμπεδώνεται ιδιαιτέρως δε την τελευταία δεκαετία. Και ακόμα περισσότερο μετά την πανδημία, που ήταν μια τριετία στην οποία Οι Έλληνες οι πνευμονολόγοι είδαμε όσα γεγονότα θα δούμε τα επόμενα 20 χρόνια, ειδικά στα πρώτα 2 κύματα.
Ως εκ τούτου, εκτιμώ ότι σύντομα με τους καρδιολόγους θα έχουμε κοινή ενημερωτική καμπάνια και νομίζω κάποια στιγμή θα καταφέρουμε να έχουμε για τα νοσήματα που τέμνονται, κάποιες κοινές οδηγίες».